Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2013

Τα παιδιά του μέλλοντος



Αποσπάσματα από το έργο του Βίλχελμ Ράιχ «Τα παιδιά του μέλλοντος»:

Ο έρωτας, η εργασία κι η γνώση είναι οι αστείρευτες πηγές της ζωής μας. Αυτές πρέπει να την κυβερνούν. (σ.7)

Παιδιά της μελλοντικής εποχής
Διαβάζοντας αυτό το φύλλο της οργής
Να ξέρετε πως σε παλιότερα χρόνια
Ο έρωτας ο γλυκός λογιάζονταν για κρίμα. (σ.8 πρόλογος του Γουίλιαμ Μπλέηκ)

Πάντα, σ’ όλη μου τη ζωή, αγαπούσα τα μωρά, τα παιδιά και τους νέους, κι αυτά το ίδιο πάντα μ’ αγαπούσαν και μ’ ένιωθαν.
Τα μωρά μου χαμογελούσαν γιατί είχα μαζί τους μια βαθιά επαφή και πολλές φορές, παιδιά δυο και τριών χρόνων γίνονταν σκεπτικά και σοβαρά μόλις με κοίταζαν.
Ήταν αυτό ένα από τα μεγάλα και ευτυχή προνόμια που είχα στη ζωή μου,
και θέλω να εκφράσω κατά κάποιο τρόπο την ευγνωμοσύνη μου για τούτη την αγάπη που μου χάρισαν οι μικροί μου φίλοι.
Είθε η μοίρα και ο μεγάλος ωκεανός της ζωντανής ενέργειας, απ’ όπου ήρθαν κι όπου αργά ή γρήγορα θα επιστρέψουν,
να τους ευλογήσουν με ευτυχία, ευδαιμονία κι ελευθερία στη ζωή τους.
Ελπίζω να ‘χω συμβάλει κι εγώ αρκετά στη μελλοντική τους ευτυχία (σ.9 πρόλογος του Βίλχελμ Ράιχ).

Αυτά τα όμορφα, άδολα και χαρούμενα πλάσματα, τα μωρά, πώς άραγε γίνονται σαν κι εμάς, άνθρωποι ανασφαλείς, μπερδεμένοι, ανίκανοι να ζήσουν μαζί αρμονικά, άνθρωποι που γυρεύουν τα υπέρμετρα πλούτη, την περισσή εξυπνάδα, τη ζηλευτή ομορφιά, την παγκόσμια φήμη, όπια και αν είναι αυτή, άνθρωποι που αναζητούν κάποτε το Θεό (που κάπου μοιάζει να είναι κρυμμένος) και ελπίζουν να μη τους μοιάσουν τα παιδιά τους;
Γεννιόμαστε άγγελοι και γινόμαστε απολωλότα πρόβατα.
Κι όπως μαθαίνουμε διαβάζοντας τους παλιότερους, έτσι γινόταν πάντα. Πώς γίνεται αυτό;
Γιατί εμείς οι άνθρωποι, που είμαστε από κάθε άποψη τα πιο νοήμονα από όλα τα ζώα, δεν καταφέρνουμε να συνειδητοποιήσουμε αυτό που ο κάθε σκύλος, φάλαινα ή ποντίκι αυτόματα γνωρίζει, ότι είναι μέρος της φύσης κι ότι πρέπει να συνεργάζεται μαζί της, να υπακούει στους νόμους της;
Γιατί αποξενωνόμαστε από τη ζωή;
Ποιο είναι το λάθος μας;
Ποιο είναι το λάθος μας στον τρόπο που μεγαλώνουμε τα παιδιά μας;

Ο Ράιχ πάντα έθετε ερωτήματα σαν κι αυτά. Ήταν από τους σπάνιους εκείνους ανθρώπους που μπορούν και βγαίνουν έξω από τον πολιτισμό τους για να εξετάσουν με αμερόληπτη ματιά.
Αυτό το βιβλίο περιέχει ένα μέρος από το τεράστιο έργο του Ράιχ σχετικά με την ανθρώπινη παθολογία.
Αποτελείται από μελέτες, που έγιναν ανάμεσα στα 1926 και 1952, για τις βλάβες που προκαλούμε στα παιδιά μας όταν καταστέλλουμε τις φυσικές τους παρορμήσεις, μερικές από τις οποίες είναι σεξουαλικές.
Το ενδιαφέρον που έχουν αυτές οι μελέτες είναι κάθε άλλο παρά εφήμερο. Μέσα σ’ ένα κόσμο όπου τα έθνη ετοιμάζουν την εξόντωσή τους, τη δική τους και ολόκληρου του πλανήτη, για να επιβάλουν αποφασιστικά τις διάφορες ιδεολογικές τους απόψεις, εκείνο που πρέπει να κάνουμε είναι να μελετάμε με ζήλο καθετί που μπορεί μνα μας βοηθήσει να καταλάβουμε πώς βρεθήκαμε σ’ αυτή την τρομακτική θέση (σ.11 πρόλογος του Γουίλιαμ Στάιγκ 1983).

Όταν ένα παιδί γεννιέται, βγαίνει μέσα από μια ζεστή μήτρα θερμοκρασίας 37 βαθμών σ’ ένα περιβάλλον 18-20 βαθμών.
Το σοκ της γέννησης μεγάλο κακό.
Μα θα μπορούσε να αντέξει αν δεν γίνονταν τα υπόλοιπα.
Μόλις βγει έξω, το σηκώνουν από τα πόδια και το χτυπούν στα πισινά.
Το πρώτο καλωσόρισμα είναι χαστούκι. Και το επόμενο: το παίρνουν από τη μητέρα. 
Είναι κάτι που μετά από 100 χρόνια θα φαίνεται απίστευτο.
Επίσης, πριν από 6 ή 7 χιλιάδες χρόνια, οι Εβραίοι καθιέρωσαν την περιτομή.
Κόψιμο του πέους.
Αυτό είναι δολοφονία.
Η περιτομή είναι από τα χειρότερα που μπορούν να γίνουν στα παιδιά.
Και ύστερα έρχεται το χειρότερο:
το καημένο το παιδί, το μωρό, πασχίζει συνέχεια να τεντωθεί, να βρει κάποια ζεστασιά, από κάπου να πιαστεί.
Πλησιάζει τη μητέρα κι αγγίζει τα χείλη του στη μητρική θηλή.
Τι γίνεται τότε;
Η θηλή είναι κρύα ή δεν ορθώνεται ή δε βγάζει γάλα ή το γάλα είναι κακό. Και τι κάνει λοιπόν αυτό το μωρό.
Λέει «όχι».
Από το πρώτο κιόλας ξεκίνημα, αρχίζει να αναπτύσσεται το μίσος.
Εδώ αρχίζει να αναπτύσσεται, το «όχι», το μεγάλο «όχι» της ανθρωπότητας.
Κι ύστερα ρωτάτε γιατί άραγε ο κόσμος έχει τέτοια χάλια. (σ.13 Η πηγή του ανθρώπινου «όχι»)

Τον περασμένο αιώνα (εννοεί τον 19ο) οι γονείς και οι παππούδες μας προσπάθησαν πολλές φορές να διαπεράσουν το τείχος του κοινωνικού κακού με κάθε είδους κοινωνικές θεωρίες, πολιτικά προγράμματα, μεταρρυθμίσεις, ψηφίσματα και επαναστάσεις.
Και όλες τις φορές απέτυχαν οικτρά.
Όλες οι προσπάθειες για βελτίωση της τύχης του ανθρώπου απέτυχαν.
Το χειρότερο όμως ήταν ότι με κάθε νέα προσπάθεια, η αθλιότητα γινόταν ακόμα βαθύτερη και η εμπλοκή ακόμα χειρότερη.
Προσπαθήσαμε απεγνωσμένα να πηδήξουμε προς την ελευθερία με αλυσοδεμένα πόδια και πέσαμε. (σ.15)

Δεν έχουμε κανένα δικαίωμα να πούμε στα παιδιά μας πώς να φτιάξουν το μέλλον τους, αφού αποδειχτήκαμε ακατάλληλοι να φτιάξουμε το δικό μας παρόν.
Εκείνο που μπορούμε να κάνουμε ωστόσο, είναι να πούμε στα παιδιά μας πού και πώς αποτύχαμε.
Δεν είναι δυνατό να ελπίζουμε ότι θα φτιάξουμε ανεξάρτητους ανθρώπους,
όταν η αγωγή των παιδιών βρίσκεται στα χέρια των πολιτικών.
Δεν πρέπει να παραδίνουμε τα παιδιά μας σε τέτοιο άθλιο τρόπο (σ.16).

Το νεογέννητο παιδί είναι, πρώτα απ’ όλα, ένα μέρος της ζωντανής φύσης, ένα οργονοτικό σύστημα που διέπεται από ορισμένους βιοενεργειακούς νόμους. Κανείς δε μπορεί να αρνηθεί το γεγονός ότι η ζωντανή φύση είναι ένας χώρος ζωής απείρως ευρύτερος από την εκκλησία, το κράτος ή ένα συγκεκριμένο πολιτισμό (σ.23).

Ενώ η φύση έχει την τάση να συνενώνει την ανθρωπότητα με τις βαθιές αρχές της ζωής, η πολιτιστική, η θρησκευτική η κρατική και οι άλλες αρχές, τείνουν αυτόματα να καταλύσουν και να διασπάσουν αυτή τη βασική ενότητα της παγκόσμιας ανθρώπινης ύπαρξης (σ.24)

Τα παιδιά, όπως και τα άλλα ζώα, γεννιούνται παντού χωρίς θωράκιση.
Ο αθωράκιστος άνθρωπος μπορεί και αντιμετωπίζει τις δυσκολίες της ζωής με άνεση.
Έχει αποδειχθεί ότι οι οργανισμοί που λειτουργούν σύμφωνα με το φυσικό νόμο είναι απαλλαγμένοι από βιοπάθειες (σ.25).

Το σκότωμα της φυσικής αρχής είναι που δημιουργεί τη δευτερογενή διεστραμμένη και βίαιη φύση, τη λεγόμενη ανθρώπινη φύση, κι ότι αυτά ακριβώς τα τεχνητά πολιτιστικά κατασκευάσματα δημιουργούν τις αναγκαιότητες της καταναγκαστικής ηθικής και των σκληρών νόμων.
Εκείνο που ευθύνεται πρωταρχικά για τη συστηματική θωράκιση κάθε καινούργιας γενιάς είναι ο τρόμος που κυριεύει το θωρακισμένο ανθρώπινο ζώο καθώς αντικρίζει κάθε εκδήλωση της ζωής.
Το βίαιο μίσος που στηρίζεται στον τρόμο είναι αυτό που κανονίζει τη θωράκιση του νεογέννητου παιδιού (σ.26).

Στις επανειλημμένες και απεγνωσμένες της προσπάθειες να διαπεράσει την ακαμψία,
η ερωτική παρόρμηση του θωρακισμένου ανθρώπου μετατρέπεται σε μίσος.
Ο άνθρωπος δε θέλει να μισεί.
Η θωράκισή του τον αναγκάζει.
Τώρα ξέρουμε ότι η σκληρότητα του ανθρώπου στρέφεται κυρίως εναντίον εκείνου που πιο πολύ επιθυμεί.
Τώρα φαίνεται ξεκάθαρα γιατί όσο μιλά για «ειρήνη», άλλο τόσο κάνει «πόλεμο» (σ.27).

Το βασικό έργο κάθε παιδαγωγικής που κατευθύνεται από το συμφέρον του παιδιού και όχι από το συμφέρον των κομματικών προγραμμάτων, του κέρδους, της εκκλησίας κλπ., είναι να απομακρύνει κάθε εμπόδιο που βρίσκεται στο δρόμο αυτής της φυσικά δοσμένης παραγωγικότητας και πλαστικότητας της βιολογικής ενέργειας.
Πρέπει να μαθαίνουμε απ’ τα παιδιά κι όχι να τους επιβάλουμε τις δικές μας στραβές ιδέες και κακές έξεις που έχουν ήδη αποδειχθεί εξαιρετικά καταστροφικές και γελοίες για κάθε νεώτερη γενιά.
Ας αφήσουμε τα παιδιά να αποφασίσουν για το μέλλον τους.
Έχουν τις φυσικές δυνάμεις για να το κάνουν, κι είναι καθήκον μας να τις προστατέψουμε (σ.28).

Η άποψη ότι η υγεία είναι οπωσδήποτε κάτι «τέλειο», κι ότι ένα «υγιές» παιδί δεν πρέπει να έχει τίποτα, δεν έχει καμιά σχέση ούτε με την πραγματικότητα ούτε με τη λογική (σ.39).

Δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας όταν ένα παιδί λέει ότι θα σκοτώσει ή όταν παίρνει ένα μαχαίρι και κάνει σαν να ήθελε να το χρησιμοποιήσει.
Αντίθετα έχουμε κάθε λόγο να ανησυχούμε όταν ένα παιδί, ενώ είναι πάντα ευγενικό και υπάκουο και ποτέ δεν απειλεί να σκοτώσει, τρέφει μέσα στη χαρακτηρολογική του δομή έντονες φονικές φαντασιώσεις ή αναπτύσσει φοβίες σχετικές με μαχαίρια και φόνους.
Είναι γνωστό ότι πολλοί δολοφόνοι είναι ύπουλοι κι ευγενικοί.
Δεν έχουμε παρά να θυμηθούμε τον ύπουλο χαρακτήρα ενός Χίμλερ ή ενός Στάλιν (σ.41).

Το παιδί πρέπει να ζει σύμφωνα με τη φύση του, πρακτικά κι ολοκληρωμένα (σ.44).

Να προετοιμαστούμε προσεχτικά, παρά να προχωρήσουμε απροετοίμαστοι μόνο και μόνο για να υποχωρήσουμε αργότερα ολοκληρωτικά ηττημένοι (σ.45).

Εκείνοι που λειτουργούν με «πρέπει» και δεν «πρέπει», είναι σαν αν μην έχουν ιδέα από έμφυτη ηθική συμπεριφορά του ανθρώπου.
Αν αφήνετε το παιδί σας να μεγαλώνει όπως το έπλασε η φύση, αν δεν στρεβλώνετε τις βασικές του ανάγκες σε αφύσικες, α-κοινωνικές δευτερογενείς ενορμήσεις, τότε δε θα είναι καθόλου απαραίτητη η καταναγκαστική καταστολή της «κακίας». Ο φαύλος κύκλος των αυστηρών ηθών και της κακής φύσης θα πάψει να αφανίζει τις ανθρώπινες ζωές (σ.49).

Η ηθικολογία μόνο αυξάνει την πίεση του κρίματος και της ενοχής και ποτέ δεν φτάνει ή δε μπορεί να φτάσει στις ρίζες του προβλήματος.
Πρώτα απ’όλα μην καταστέλλετε τη φύση για να μη δημιουργούνται αντικοινωνικές ενορμήσεις που θα πρέπει να κατασταλούν καταναγκαστικά.
Αυτό που τόσο απελπισμένα και μάταια προσπαθείτε να πετύχετε με τον πειθαναγκασμό, υπάρχει στο νεογέννητο μωρό, έτοιμο να ζήσει και να λειτουργήσει όπως προστάζει η φύση (σ.54).

Γι’ αυτό μια υγιής, σεξουαλικά έμπειρη και στοργική χωριάτισσα μπορεί πολλές φορές να βρίσκει σωστές απαντήσεις σε μια κρίσιμη κατάσταση του παιδιού, πολύ πιο γρήγορα και πιο αποτελεσματικά και από τον πιο μορφωμένο παιδαγωγό (σ.70).

Αντιμετωπίζοντας τα παιδιά βρισκόμαστε μπροστά σε αληθινά κοσμικά γεγονότα,
που η έκτασή τους ξεπερνάει κατά πολύ τα συμφέροντα μιας τοπικής εκκλησίας ή ενός κομματικού αφεντικού (σ.72).

Η έκπτωση του Αδάμ και της Εύας από τον κήπο της Εδέμ αναφέρεται στην από πολύ καιρό χαμένη επαφή του ανθρώπου με τη φύση.
Δεν μπορεί να ξαναμπεί, για όσο ακόμα θα είναι «αμαρτωλός».
Κατά την άποψή μας, δεν μπορεί να ξαναγυρίσει στη φύση, γιατί υπάρχει κάτι που αντιφάσκει με τη φύση.
Αφού ο άνθρωπος είναι ένα ελάχιστο μέρος της φύσης, πρέπει να υπακούει τους νόμους της για να μη χάσει την αληθινή του φύση,
για να μη γίνει ακατάλληλος, και για να μην καταλήξει στο χάος που βρίσκεται σήμερα.
Δε χρησιμεύει σε τίποτα να καλούμε τον άνθρωπο «να ξαναγυρίσει στο Θεό», αν δεν καταλαβαίνουμε τι σημαίνει στην πραγματικότητα «Θεός».
Το να μη γνωρίζουμε το Θεό είναι ένα μέρος της φρούρησης της εισόδου, η τιμωρία, ένα μέρος της πτώσης του ανθρώπου (σ.74).

Ένας από τους πιο τραγικούς κα παράξενους παραλογισμούς είναι ότι ο άνθρωπος είναι πρόθυμος να διακινδυνέψει τη ζωή του για μια εθνική ιδέα ή μια οποιαδήποτε σταυροφορία, ενώ μαζεύεται και δειλιάζει, όταν καλείται να υπερασπιστεί
την απλούστερη πεποίθηση για τη ζωή, την εργασία, τον έρωτα, τα παιδιά, την αλήθεια (σ.79).

Βίλχελμ Ράιχ: Τα παιδιά του μέλλοντος (1952)

εκδόσεις: αποσπερίτης 1984

http://www.laodimos.com