Αυτό που έγινε στην Κύπρο με κατευθείαν «κούρεμα» των
καταθέσεων δεν είναι ολίσθημα, ούτε λάθος, ούτε κάποιο αναγκαίο κακό. Πρόκειται
για έγκλημα εκ προμελέτης που αποφασίστηκε από το Eurogroup στις 15/3 και
εκτελέστηκε από τον νέο Πρόεδρο της Κύπρου Νίκο Αναστασιάδη, γνωστό οικονομικό
δολοφόνο και διαπλεκόμενο με πολύ σκοτεινά συμφέροντα.
Το βασικό πρόβλημα δεν βρίσκεται απλά στο «κούρεμα» των
καταθέσεων, αλλά στο ανεπανόρθωτο πλήγμα που δέχτηκε το τραπεζικό σύστημα του
νησιού. Είτε περάσει το «κούρεμα», είτε όχι. Είτε γίνει στα 9,90 % για πάνω από
100 χιλιάδες ή όχι, είναι παντελώς αδιάφορο. Κανείς δεν μπορεί να έχει
εμπιστοσύνη σ’ ένα τραπεζικό σύστημα όπου κάποιος αποφασίζει αυθαίρετα το
«κούρεμα» των καταθέσεων. Ένα τέτοιο τραπεζικό σύστημα δεν μπορεί να σταθεί.
Ακόμη κι αν ανακληθεί το «κούρεμα», ποιος μπορεί να έχει εμπιστοσύνη ότι κάτι
τέτοιο δεν θα επαναληφθεί; Επομένως το σίγουρο είναι ότι οι τράπεζες της
Κύπρου, είτε «κουρευτούν» οι καταθέσεις, είτε όχι, θα έχουν να αντιμετωπίσουν –
μόλις, όποτε, ή αν ανοίξουν ποτέ – ένα γενικευμένο πανικό καταθετών που θα
επιδιώκουν την ανάληψη των χρημάτων τους από τις τράπεζες. Και έχουν απόλυτο
δίκιο.
Τι τράβηξε την προσοχή στην Κύπρο των αρπακτικών της Ευρωζώνης;
Μα το ύψος των καταθέσεων που βρίσκονται στις τράπεζές της. Οι καταθέσεις στο
κυπριακό τραπεζικό σύστημα ανέρχονται στο 382% του ΑΕΠ της Κύπρου. Ίσως ο
υψηλότερος δείκτης καταθέσεων στην ευρωζώνη. Το αντίστοιχο ποσοστό για την
Ιρλανδία είναι 152%, ο μέσος όρος της ευρωζώνης κυμαίνεται περίπου στο ΑΕΠ της,
ενώ στην Ελλάδα οι καταθέσεις και ρέπος στις εγχώριες τράπεζες ανέρχονταν στα
221 δις ευρώ (Ιανουάριος ’13) δηλαδή στο 115% περίπου του ΑΕΠ της χώρας. Με
άλλα λόγια οι κυπριακές τράπεζες έχουν πολλές καταθέσεις.
Περίπου το 62,5% των καταθέσεων στο κυπριακό τραπεζικό
σύστημα είναι από κατοίκους της Κύπρου. Πιο συγκεκριμένα ο ιδιωτικός τομέας της
Κύπρου διαθέτει (13/2/’13) καταθέσεις στις εγχώριες τράπεζες ύψους 42,3 δις
ευρώ, ή 237% του ΑΕΠ της Κύπρου. Από αυτά τα 26,3 δις ευρώ, ή 147% του ΑΕΠ της
Κύπρου ανήκουν στα εγχώρια νοικοκυριά, ενώ τα 9,3 δις ευρώ, ή 52% του ΑΕΠ
ανήκουν σε επιχειρήσεις. Για να πάρουμε μια ιδέα τι σημαίνουν όλα αυτά, ας
αναλογιστούμε ότι στην Ελλάδα τον Ιανουάριο του 2013, οι κάτοικοι εσωτερικού
διέθεταν καταθέσεις 176,6 δις ευρώ, ή 91% του ΑΕΠ της χώρας. Από αυτά τα 161
δις ευρώ, ή 83% του ΑΕΠ αφορούν σε καταθέσεις των νοικοκυριών και των
επιχειρήσεων. Ενώ τα νοικοκυριά διαθέτουν σε καταθέσεις 135,8 δις ευρώ ή 70%
του ΑΕΠ της χώρας.
Ένα δεύτερο πολύ σημαντικό στοιχείο της καταθετικής βάσης
των τραπεζών της Κύπρου είναι το ιδιαίτερο μεγάλο μέγεθος καταθέσεων και ρέπος
από το εξωτερικό και κυρίως από χώρες εκτός ευρωζώνης. Το σύνολο των ιδιωτικών
καταθέσεων στην Κύπρο που προέρχονται εκτός ευρωζώνης ανέρχονται σε 20,8 δις
ευρώ, ή 116% του ΑΕΠ του νησιού. Από αυτά τα νοικοκυριά από χώρες εκτός
ευρωζώνης διαθέτουν 4,9 δις ευρώ ή 27%, οι επιχειρήσεις από χώρες εκτός
ευρωζώνης διαθέτουν 11,4 δις ευρώ καταθέσεις ή 64% του ΑΕΠ, ενώ πιστωτικά
ιδρύματα εκτός ευρωζώνης διαθέτουν 4,5 δις ευρώ ή 25% του ΑΕΠ της Κύπρου. Στην
Ελλάδα, για να έχουμε ένα μέτρο σύγκρισης, οι καταθέσεις και ρέπος μη κατοίκων
της ζώνης του ευρώ ανέρχονται στα 43 δις ευρώ, ή στο 22% του ΑΕΠ της χώρας.
Ο πληθυσμός της Κύπρου είναι περίπου 875.000, ώστε οι
καταθέσεις από τον τομέα των νοικοκυριών συνεπάγονται κατά κεφαλήν ποσό 30.000
ευρώ περίπου. Σε αντίθεση με τα 4,6 εκατομμύρια του πληθυσμού της Ιρλανδίας που
συνεπάγεται κατά κεφαλήν καταθέσεις των νοικοκυριών της τάξης των 20.000 ευρώ.
Και της Ελλάδας της οποία οι κατά κεφαλή καταθέσεις των νοικοκυριών ανέρχονται
στα 12.500 ευρώ. Η Ελλάδα έχει κατά κεφαλή ΑΕΠ 17.900 ευρώ περίπου, η Ιρλανδία
έχει 35.000 ευρώ, ενώ η Κύπρος 20.000 ευρώ.
Οι κατά κεφαλήν καταθέσεις των νοικοκυριών στην Κύπρο είναι
150% υψηλότερες του κατά κεφαλήν ΑΕΠ της. Οι επίσημες στατιστικές δείχνουν ότι
οι Κύπριοι έχουν πολλά χρήματα στην τράπεζα. Ενώ το εγχώριο τραπεζικό σύστημα
της Κύπρου αποτελεί πόλο προσέλκυσης πολύ σημαντικών καταθέσεων από το εξωτερικό
και κυρίως από χώρες εκτός ευρωζώνης. Ολόκληρη τη οικονομία της Κύπρου
στηρίζεται κατά πρώτο και κύριο λόγο στην μετατροπή των τραπεζών της σε
διαμετακομιστικό κέντρο κεφαλαίων, ειδικά με την μορφή δανείων και καταθέσεων.
Για παράδειγμα το 2011, με βάση τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία, οι εγχώριες
τράπεζες της Κύπρου εξήγαγαν 43,5 δις ευρώ σε Δάνεια/Νόμισμα και καταθέσεις και
εισήγαγαν 62,6 δις ευρώ. Την ίδια χρονιά το ΑΕΠ της Κύπρου ανήλθε σχεδόν σε 18
δις ευρώ τρέχουσες τιμές. Το χρήμα που διακίνησαν οι εγχώριες τράπεζες της
Κύπρου προς το εξωτερικό ήταν σχεδόν 2,5 φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ και από το
εξωτερικό σχεδόν 3,5 φορές μεγαλύτερο από το ΑΕΠ του νησιού.
Όλα αυτά δεν θα μπορούσαν να είχαν περάσει απαρατήρητα από
τα αρπαχτικά της ευρωζώνης και κυρίως την Γερμανία. Το θέμα ήταν πώς θα έβαζαν
στο χέρι την Κύπρο με δεδομένο ότι χάρις στη συμμετοχή στην ευρωζώνη το
συνολικό εξωτερικό χρέος του νησιού ανήλθε από 200% του ΑΕΠ το 2004 στα 447,4%
του ΑΕΠ το 2008, στα 465,6% του ΑΕΠ το 2011. Η ιδιαίτερα μεγάλη καταθετική βάση
του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, αλλά και το εμπόριο χρήματος με το
εξωτερικό και κυρίως με χώρες εκτός ευρωζώνης, έδινε στο νησί την δυνατότητα να
αντιμετωπίσει με σχετική ευκολία τις όποιες ζημιές λόγω της κρίσης χρέους στην
ευρωζώνη.
Η επίθεση που δέχθηκε η Κύπρος από τα αρπαχτικά της
ευρωζώνης άρχισε να προετοιμάζεται από το 2011, έστω κι αν έλλειπαν στα
στοιχεία εκείνα που έκαναν περισσότερο ανησυχητική την οικονομική πορεία της
Κύπρου από εκείνη των άλλων χωρών της ευρωζώνης ακόμη και της Γερμανίας. Παρ’
όλα αυτά η ευρωζώνη ξεκίνησε ολόκληρη εκστρατεία για την θυματοποίηση της
Κύπρου. Σ’ αυτήν την εκστρατεία συμμετείχε και ο προηγούμενος πρόεδρος της
Κύπρου Χριστόφιας, ο οποίος άνοιξε τον δρόμο για την επίθεση αυτή εναντίον του
νησιού. Το παραμύθι είναι γνωστό: οι τράπεζες εμφάνισαν λογιστικές ζημιές και
επομένως το κράτος έπρεπε να τις διασώσει. Βέβαια οι λογιστικές ζημιές των
τραπεζών ήταν εν πολλοίς εικονικές λόγω της αλλαγής των τοποθετήσεών τους σε ελληνικά
και άλλα ομόλογα, αλλά λόγω της συγκριτικά τεράστιας καταθετικής βάσης που
υποτίθεται ότι διαθέτουν, οι ζημιές δεν συνιστούσαν κίνδυνο γι’ αυτές. Οι
αξιωματούχοι της ευρωζώνης ήξεραν πολύ καλά τι είχαν κάνει την καταθετική τους
βάση οι τράπεζες και πώς την έχουν εξανεμίσει, γι’ αυτό και τις έπεισαν να
δεχθούν το «δώρο» της διάσωσης. Κι έτσι όλοι μαζί άρχισαν να ψάλουν το
Αλληλούια του γνωστού μονόδρομου της τρόικας. Με πριμαντόνα τον Χριστόφια
προσπάθησαν να εξαπατήσουν τους Κύπριους ότι δεν υπήρχε άλλος δρόμος. Και κλάμα
η κυρία του προεδρικού μεγάρου!
Κι όλα αυτά βέβαια με την γνωστή δικαιολογία. Οι τράπεζες
έπρεπε να διασωθούν και μάλιστα ατόφιες, χωρίς να ψάξει κανένας τα ενεργητικά
τους για το που πήγε και πάει τόσο χρήμα, μόνο και μόνο για να εγγυηθούν
άπαντες τις καταθέσεις του κοσμάκη. Με την άνοδο του Νίκου Αναστασιάδη και με
δεδομένη την γενική αποχαύνωση που ακολουθεί κάθε εκλογική αναμέτρηση όπου ο
λαός έχει να επιλέξει ανάμεσα στην Σκύλα και την Χάρυβδη, ξεκίνησε η επίθεση.
Το συγκεκριμένο μέτρο δείχνει τα εξής:
Πρώτο: Σε τι άθλια κατάσταση βρίσκεται η ίδια η ευρωζώνη και
κυρίως οι μεγάλες οικονομίες της με πρώτη την Γερμανία. Αυτός είναι ο λόγος που
δεν μπορούν να περιμένουν, ούτε να παίξουν το παιχνίδι της κλιμάκωσης των
μνημονίων, όπως έκαναν με την Ελλάδα, όπως επίσης με την Ιρλανδία και
Πορτογαλία. Η διάλυση της οικονομίας της Κύπρου με αυτόν τον άμεσο τρόπο
υποδηλώνει ότι η ύφεση που αγκαλιάζει ακόμη και την Γερμανία δεν αφήνει πολλά
περιθώρια κινήσεων στα αρπαχτικά της ευρωζώνης.
Δεύτερο: Πώς σκέφτονται να λειτουργήσουν τον αποκαλούμενο
«ενιαίο τραπεζικό χώρο» της ευρωζώνης, όπως τον έχουν αποφασίσει. Οι τράπεζες
και κυρίως οι καταθέσεις των πολιτών της ευρωζώνης θα μετατραπούν σε εύκολη
λεία των αρπαχτικών της. Άλλωστε εγγύηση καταθέσεων στην ευρωζώνη δεν υπάρχει.
Μέχρι σήμερα μόνο τα κράτη μπορούσαν να παράσχουν τέτοια εγγύηση, αλλά μόνο
εικονικά μιας και σε περίπτωση γενικής κατάρρευσης των τραπεζών δεν μπορούν να
αντλήσουν τα χρήματα που χρειάζονται για να αποκαταστήσουν τις χαμένες
καταθέσεις.
Τρίτο: Η Κύπρος δεν πρόκειται να συνέλθει ξανά μετά από αυτό
το χτύπημα. Ότι κι αν αποφασιστεί για το «κούρεμα» οι εγχώριες τράπεζες θα
αδειάσουν από καταθέσεις και κεφάλαια, ενώ κανείς δεν πρόκειται ποτέ να τις
ξαναεμπιστευτεί. Κι αυτό είναι μόνο το πρώτο βήμα για να εξαρτηθεί πλήρως η
Κύπρος και η οικονομία της από τον μηχανισμό στήριξης που θα της επιβάλει το
Eurogroup, ενώ θα αναγκαστεί να ξεπουλήσει τα πάντα μετατρέποντας του Κυπρίους
σε ραγιάδες, σε δουλοπάροικους των αγορών με την προσδοκία ενός ξεροκόμματου.
Η Κύπρος κι ο λαός της έχει δυο μόνο επιλογές: Ή να επιζήσει
σαν αποικία υπό καθεστώς πλήρους εξάρτησης από τις χρηματοδοτήσεις από το
ευρωσύστημα που θα δώσει σε Γερμανούς και άλλους την δυνατότητα να την
λεηλατήσουν όσο κανένας άλλος κατακτητής στην πολύχρονη ιστορία του νησιού. Ή
να φύγει αμέσως εδώ και τώρα από το ευρώ, να εισάγει ξανά την κυπριακή λίρα, να
θέσει υπό καθεστώς δημόσιας εκκαθάρισης τις τράπεζες – για να ξεκαθαριστεί το
που πήγε όλο αυτό το χρήμα – έτσι ώστε να ανοικοδομήσει το τραπεζικό σύστημά
της υπό κρατική ιδιοκτησία και να ανοικοδομήσει την οικονομία της επενδύοντας
στην ζωντανή εργασία και στην κυριαρχία του νησιού. Άλλος δρόμος δεν υπάρχει.
Τα επόμενα εικοσιτετράωρα θα δούμε αν οι μηχανισμοί της
ευρωζώνης θα μπορέσουν να αναχαιτίσουν την επιδρομή στις τράπεζες από καταθέτες
σ’ ολόκληρο το ευρωσύστημα. Αν τα καταφέρουν θα έχουν την ευκαιρία να
αντιμετωπίσουν την ραγδαία πτώση του ευρώ, αλλά και των αγορών κεφαλαίου.
Διαφορετικά θα δούμε έναν γενικευμένο πανικό με εξαργυρώσεις σε όλες τις αγορές
κεφαλαίου που θα συμπαρασύρει τα πάντα και θα προκαλέσει ένα μεγάλο κραχ στην
ίδια την καρδιά της ευρωζώνης.
Όπως και να έχουν οι εξελίξεις, εμείς δεν μπορούμε να
περιμένουμε. Αν έκαναν κάτι τέτοιο σε μια εύρωστη γενικά οικονομία σαν της
Κύπρου, σκεφτείτε τι σχεδιάζουν για μια χώρα σαν την Ελλάδα. Πρέπει εδώ και
τώρα να αποσύρουν όσοι διαθέτουν ακόμη καταθέσεις, ακόμη και το τελευταίο τους
ευρώ από τις τράπεζες πριν να είναι πολύ αργά γι’ αυτούς. Ταυτόχρονα θα πρέπει
να γενικευτεί η παύση πληρωμών όλων μας προς το κράτος, έτσι ώστε να
καταρρεύσει η κυβέρνηση. Αν το κάνουμε με συνέπεια και συνέχεια για το επόμενο
δίμηνο, τότε αποκτούμε την πρωτοβουλία ως λαός και επιβάλουμε τετελεσμένα. Αντί
να μας τα επιβάλουν αυτοί, ας τους τα επιβάλουμε εμείς.