Κυριακή 2 Νοεμβρίου 2014

"Τέλος παιχνιδιού" Σημαίνουσα ομιλία Πούτιν



Τις θέσεις της Ρωσίας για την αποτροπή τoυ εφιάλτη γενικευμένης βίας και χάους που απειλεί την ανθρωπότητα, μετά την ανατροπή του συστήματος ισορροπιών και κανόνων που οικοδομήθηκε στο τέλος του Β’ Π.Π., ανέπτυξε ο Πρόεδρος Πούτιν, την προ-περασμένη εβδομάδα στο Σόχι.
Σκιαγράφησε σε αδρές γραμμές μια νέα τάξη στις διεθνείς σχέσεις , βασιζόμενη στο Διεθνές Δίκαιο, το οποίο θα πρέπει να στηρίζεται σε ηθικές αξίες όπως η δικαιοσύνη, η ισότητα και η αλήθεια και ιδιαίτερα τόνισε την υποχρέωση κατοχύρωσης της εθνικής κυριαρχίας και της μη επεμβάσεως στις εσωτερικές υποθέσεις άλλου κράτους.
Αμερικανοί Γάλλοι και άλλοι δημοσιολόγοι χαρακτήρισαν την ομιλία ιστορικής σημασίας. Ο Αμερικανός καθηγητής Π. Γ. Ρόμπερτς την δημοσίευσε ολόκληρη στην προσωπική του ιστοσελίδα, με εκτεταμένο πρόλογο, όπου γράφει: « Σε μια ισορροπημένη Δυτική κοινωνία οι δηλώσεις του Πούτιν θα δημοσιεύονταν στο σύνολό τους, θα οργανώνονταν συζητήσεις με ειδικούς της αξίας του καθηγητή Στέφεν Κόεν και στη τηλεόραση θα ακούγονταν ομοφωνίες επιδοκιμασίας . Επειδή –κατά τον κ. Ρόμπερτς- το κείμενο αναδεικνύει « έναν ηγέτη που αγωνίζεται για έναν ανθρώπινο και βιώσιμο κόσμο, στον οποίο είναι σεβαστά τα συμφέροντα όλων των λαών».
Το έτσι περιγραφόμενο ιστορικό κείμενο, με τις θέσεις μεγάλης γειτονικής και ομόδοξης δύναμης, αφορά ασφαλώς την Ελλάδα (στην Κύπρο αναφέρεται και ονομαστικά) και πρέπει, κατ αρχήν, να ενδιαφέρει τους κατοίκους των δύο χωρών.
Το θέμα των συνομιλιών της εφετινής 11ης συνεδρίασης της Λέσχης, στις οποίες συμμετείχαν 180 πολιτικοί, διπλωμάτες, επιχειρηματίες, ακαδημαϊκοί δημοσιολόγοι και δημοσιογράφοι από διάφορες χώρες, ήταν:
Νέοι κανόνες, ή παιχνίδι χωρίς κανόνες;
Ο Βλαδίμηρος Πούτιν απευθύνθηκε στη γεμάτη αίθουσα με την προσφώνηση: « Συνάδελφοι, κυρίες και κύριοι, φίλοι», αναφέρθηκε εισαγωγικά στις φιλοδοξίες της λέσχης να καθιερωθεί ως εξέχων χώρος διεθνών συζητήσεων των παγκόσμιων προβλημάτων, σε πνεύμα απόλυτης ελευθερίας και ειλικρινούς έκφρασης των πιο διαφορετικών απόψεων. Και συνέχισε:
«Ας μου επιτραπεί να πω ότι από αυτή την άποψη δεν θα σας απογοητεύσω και θα μιλήσω ευθέως και με ειλικρίνεια. Μερικά από όσα έχω να πω μπορεί να φανούν λίγο σκληρά, αλλά αν δεν μιλούμε ίσια και τίμια για όσα πραγματικά σκεπτόμαστε, τότε δεν θα είχε καν νόημα τέτοια συνάντηση. Θα ήταν καλύτερα σε τέτοια περίπτωση να συνεχίσουμε τις διπλωματικές συναθροίσεις, όπου κανένας δεν λέει τίποτα με πραγματικό νόημα και – για να θυμηθούμε τα λόγια ενός διάσημου διπλωμάτη- διαπιστώνεις πως οι διπλωμάτες έχουν τη γλώσσα για να κρύβουν την αλήθεια.
Εμείς συγκεντρωνόμαστε για άλλους λόγους. Για να μιλήσουμε ειλικρινά ο ένας στον άλλο. Είναι ανάγκη να είμαστε ευθείς και οξείς σήμερα όχι για να ανταλλάξουμε αιχμές, αλλά για να προσπαθήσουμε να φθάσουμε στο βάθος του τι πραγματικά συμβαίνει στον κόσμο, να κατανοήσουμε γιατί ο κόσμος γίνεται λιγότερο ασφαλής και περισσότερο απρόβλεπτος και γιατί οι κίνδυνοι αυξάνουν παντού γύρω μας.
Η σημερινή συζήτηση είχε ως θέμα: Νέοι κανόνες, ή Παιχνίδι χωρίς κανόνες; Νομίζω πως αυτή η διατύπωση περιγράφει σωστά την ιστορική καμπή όπου εφθάσαμε σήμερα και την επιλογή που όλοι αντιμετωπίζουμε. Είναι ασφαλώς δύσκολο να μην προσέξει κανείς τις δραματικές μεταμορφώσεις στην διεθνή πολιτική και στην οικονομία, στη δημόσια ζωή και στη βιομηχανία, στην πληροφόρηση και στις κοινωνικές τεχνολογίες.
Κατά την ανάλυση της σημερινής καταστάσεως ας μην ξεχνούμε τα διδάγματα της Ιστορίας. Πρώτο από όλα, πως οι αλλαγές στην παγκόσμια τάξη – και αυτά που βλέπουμε είναι γεγονότα αυτής της τάξεως- συνήθως συνοδεύονται, αν ίσως όχι από παγκόσμιο πόλεμο και σύρραξη, πάντως από σειρές σημαντικών συρράξεων τοπικού επιπέδου. Δεύτερο, η διεθνής πολιτική αφορά προπάντων στην οικονομική ηγεσία, σε υποθέσεις πολέμου και ειρήνης και στην ανθρωπιστική διάσταση, που περιλαμβάνει και τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Ο κόσμος είναι πλήρης αντιθέσεων σήμερα. Θα πρέπει να είμαστε ειλικρινείς όταν ρωτάμε, ο ένας τον άλλο, εάν έχουμε στερεώσει ένα αξιόπιστο δίχτυ ασφαλείας. Δυστυχώς δεν υπάρχει εγγύηση, ούτε βεβαιότητα ότι το σημερινό σύστημα διεθνούς και περιφερειακής ασφάλειας είναι ικανό να μας προστατέψει από τις αναστατώσεις. Το σύστημα έχει καταστεί σοβαρά εξασθενημένο, θρυμματισμένο και παραμορφωμένο. Οι διεθνείς και περιφερειακές οργανώσεις πολιτικής, οικονομικής και πολιτιστικής συνεργασίας περνούν επίσης δύσκολους καιρούς.
Ναι, πολλοί από τους μηχανισμούς που διαθέτουμε για να ασφαλίσουμε την διεθνή τάξη είχαν δημιουργηθεί εδώ και πολύ καιρό, περιλαμβανομένης και κυρίως της περιόδου αμέσως μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο. Η στερεότητα του συστήματος που δημιουργήθηκε τότε βασιζόταν όχι μόνο στη ισορροπία ισχύος και στα δικαιώματα των νικητριών χωρών αλλά και στο γεγονός ότι οι «πατέρες-θεμελιωτές» του συστήματος εσέβοντο ο ένας τον άλλο, δεν επιχειρούσαν να ασκήσουν πιέσεις στους άλλους αλλά προσπαθούσαν να φθάσουν σε συμφωνίες.
Το βασικό θέμα είναι πως αυτό το σύστημα χρειάζεται να αναπτυχθεί και, παρά τις διάφορες ελλείψεις του, χρειάζεται να είναι ικανό να διατηρεί τα σημερινά προβλήματα του κόσμου μέσα σε ορισμένα όρια και να ρυθμίζει την ένταση του φυσιολογικού ανταγωνισμού μεταξύ των χωρών.
Πεποίθησή μου είναι πως δεν μπορούμε να πάρουμε αυτόν τον μηχανισμό των ελέγχων και αντισταθμισμάτων που στήσαμε τις τελευταίες δεκαετίες, κάποτε με τόση προσπάθεια και δυσκολία, και απλώς να τον κουρελιάσουμε χωρίς να δημιουργήσουμε κάτι στη θέση του. Αλλιώς θα μέναμε χωρίς άλλα εργαλεία εκτός από την ωμή βία.
Αυτό που χρειαζόταν να κάνουμε ήταν να προβούμε σε μια ορθολογική ανοικοδόμηση και προσαρμογή του στις νέες πραγματικότητες στο σύστημα των διεθνών σχέσεων.
Αλλά οι Ηνωμένες Πολιτείες, έχοντας αυτοανακηρυχθεί νικήτριες του ψυχρού πολέμου, δεν είδαν χρησιμότητα σε αυτό. Αντί της καθιέρωσης μιας νέας ισορροπίας ισχύος, απαραίτητης για την διατήρηση της τάξεως και της σταθερότητος, προχώρησαν σε ενέργειες που έφεραν το σύστημα σε οξεία και σοβαρή ανισορροπία.
Ο ψυχρός πόλεμος τερματίσθηκε, αλλά δεν έκλεισε με μια συνθήκη ειρήνης, με σαφείς και διαφανείς συμφωνίες για τον σεβασμό των υφισταμένων κανόνων ή την καθιέρωση άλλων κανόνων και κριτηρίων. Αυτό δημιούργησε την εντύπωση ότι οι λεγόμενοι νικητές του ψυχρού πολέμου αποφάσισαν να πιέσουν τα γεγονότα και να διαμορφώσουν τον κόσμο έτσι ώστε να εξυπηρετεί τις δικές τους ανάγκες και τα συμφέροντα. Εάν το υφιστάμενο σύστημα διεθνών σχέσεων, Διεθνούς Δικαίου και ελέγχων και αντισταθμισμάτων υψωνόταν στον δρόμο αυτών των επιδιώξεων, το σύστημα αυτό κηρυσσόταν άχρηστο, απαρχαιωμένο και κατεδαφιστέο.
Με συγχωρείτε για την αναλογία, αλλά έτσι συμπεριφέρονται οι νεόπλουτοι όταν ξαφνικά βρίσκονται με μεγάλη περιουσία, στην προκειμένη περίπτωση, υπό τη μορφή της παγκόσμιας ηγεσίας και κυριαρχίας. Αντί να διαχειρισθούν τον πλούτο τους με σύνεση, προς το δικό τους όφελος φυσικά, νομίζω ότι έκαναν πολλές τρέλες.
Μπήκαμε σε μια περίοδο διαφορετικών ερμηνειών και εσκεμμένων αποσιωπήσεων στη διεθνή πολιτική. Το Διεθνές Δίκαιο εξαναγκάσθηκε να υποχωρήσει, ξανά και ξανά, απέναντι στην επίθεση του νομικού μηδενισμού. Η αντικειμενικότητα και η δικαιοσύνη θυσιάσθηκαν στον βωμό της πολιτικής σκοπιμότητος. Αυθαίρετες ερμηνείες και μεροληπτικές εκτιμήσεις αντικατέστησαν τους νομικούς κανόνες. Ταυτοχρόνως, ο πλήρης έλεγχος των μαζικών μέσων ενημερώσεως προσφέρει την δυνατότητα, όταν είναι επιθυμητό, να παρουσιάζεται το άσπρο ως μαύρο και το μαύρο ως άσπρο.
Σε κατάσταση όπου υπάρχει κυριαρχία μιας χώρας και των συμμάχων της, η μάλλον των δορυφόρων της, η αναζήτηση συνολικών λύσεων συχνά εξελίσσετο σε μιαν απόπειρα επιβολής των δικών τους συνταγών γενικής χρήσεως. Οι φιλοδοξίες αυτής της ομάδας διογκώθηκαν τόσο ώστε να παρουσιάζουν τις πολιτικές που κατέστρωναν στους διαδρόμους της εξουσίας ως απόψεις ολόκληρης της διεθνούς κοινότητος. Αλλά δεν ήταν έτσι.
Αυτή η ίδια η έννοια της εθνικής κυριαρχίας κατέστη μια σχετική αξία για τις περισσότερες χώρες. Αυτό που επροτείνετο στην ουσία ήταν η αρχή ότι όσο περισσότερη η νομιμοφροσύνη προς το μοναδικό παγκόσμιο κέντρο εξουσίας, τόσο μεγαλύτερη, αυτού η εκείνου του καθεστώτος, η νομιμοποίηση.
Τα μέτρα που ελαμβάνοντο εναντίον εκείνων που αρνούντο να υποταγούν είναι πολύ γνωστά και δοκιμάσθηκαν πολλές φορές. Περιλάμβαναν τη χρήση βίας, οικονομική και προπαγανδιστική πίεση, επέμβαση στις εσωτερικές υποθέσεις και επίκληση κάποιου είδους «υπερνομικής» νομιμοποίησης, όταν χρειαζόταν να δικαιολογηθεί η παράνομη επέμβαση σε αυτήν ή εκείνη τη σύγκρουση ή να ανατραπούν μη συνεργάσιμα καθεστώτα. Τελευταία, είχαμε επίσης αυξανόμενα στοιχεία ότι απροκάλυπτοι εκβιασμοί είχαν χρησιμοποιηθεί σε βάρος ορισμένων ηγετών. Δεν είναι για το τίποτα που ο «Μεγάλος Αδελφός» δαπανά δισεκατομμύρια δολάρια για να κρατά υπό παρακολούθηση όλο τον κόσμο, των στενοτέρων συμμάχων του συμπεριλαμβανομένων.
Ας αναρωτηθούμε πόσο βολικά αισθανόμαστε έτσι, πόσο ασφαλείς είμαστε, πόσο ευτυχείς ζώντας σε αυτόν τον κόσμο, και πόσο δίκαιος και λογικός έχει γίνει. Μήπως ίσως να μη έχουμε πραγματικούς λόγους ανησυχίας, να αμφισβητούμε και να διατυπώνουμε ενοχλητικά ερωτήματα; Μήπως η εξαιρετική θέση των ΗΠΑ και ο τρόπος που ασκούν τη ηγεσία τους να είναι πράγματι για όλους μας μια ευλογία και η επέμβασή τους στα γεγονότα ολόγυρα στον κόσμο να φέρνει την ειρήνη, την ευημερία, την ανάπτυξη και την δημοκρατία και εμείς θα έπρεπε να χαλαρώσουμε και να το απολαύσουμε;
Ας μου επιτραπεί να πω πως δεν είναι έτσι. Δεν είναι καθόλου έτσι.
Η μονομερής επιταγή και η επιβολή των προτύπων του ενός παράγει τα αντίθετα αποτελέσματα. Αντί να διευθετεί διαμάχες οδηγεί στην κλιμάκωσή τους, αντί για κυρίαρχα και σταθερά κράτη βλέπουμε την αυξανόμενη εξάπλωση του χάους και αντί για τη δημοκρατία υποστηρίζεται ένα αμφιλεγόμενο ακροατήριο, που ποικίλλει από απροκάλυπτους νέο-φασίστες μέχρι ακραίους ισλαμιστές. Γιατί υποστηρίζουν τέτοιους ανθρώπους; Το κάνουν επειδή αποφάσισαν να τους χρησιμοποιήσουν σαν εργαλεία στην πορεία για την επίτευξη των στόχων τους, αλλά στη συνέχεια καίνε τα δάκτυλα τους και υποχωρούν. Δεν παύω να καταπλήσσομαι με τον τρόπο που οι εταίροι μας απλώς επιμένουν να πατάνε την ίδια τσουγκράνα, όπως λέμε εδώ στη Ρωσία, δηλαδή να κάνουν το ίδιο λάθος ξανά και ξανά.
Επροστάτευαν κάποτε εξτρεμιστικά ισλαμιστικά κινήματα για να πολεμήσουν τη Σοβιετική ΄Ενωση. Αυτές οι ομάδες απέκτησαν την πολεμική πείρα τους στο Αφγανιστάν και στη συνέχεια γέννησαν τους Ταλιμπάν και την Αλ Κάϊντα. Η Δύση, αν δεν υποστήριζε, τουλάχιστον έκλεινε το μάτια της και θα έλεγα παρείχε πληροφορίες, πολιτική και οικονομική στήριξη στην εισβολή διεθνών τρομοκρατών στη Ρωσία (αυτό δεν το έχουμε ξεχάσει) και στις χώρες της Κεντρικής Ασίας. Μόνον όταν φρικώδεις τρομοκρατικές επιθέσεις διαπράχθηκαν στο ίδιο το αμερικανικό έδαφος αφυπνίσθηκαν οι Ηνωμένες Πολιτείες στον κίνδυνο της διεθνούς τρομοκρατίας. Επιτρέψατε μου να σας θυμίσω ότι εμείς ήμαστε τότε η πρώτη χώρα που εξέφρασε τη στήριξή της στον αμερικανικό λαό, οι πρώτοι που αντιδράσαμε σαν φίλοι και εταίροι στην τρομερή τραγωδία της 11ης Σεπτεμβρίου.
Στις συνομιλίες μου με τους Αμερικανούς και τους Ευρωπαίους ηγέτες πάντοτε μίλησα για την ανάγκη να πολεμήσουμε μαζί την τρομοκρατία, σαν πρόκληση παγκόσμιας κλίμακας. Δεν μπορούμε να παραιτηθούμε και να δεχθούμε την ύπαρξη αυτής της απειλής, δεν μπορούμε να την τεμαχίσουμε σε ξεχωριστά κομμάτια χρησιμοποιώντας διαφορετικά μέτρα και σταθμά. Οι εταίροι μας δήλωσαν πως συμφωνούν αλλά μετά από λίγο καιρό καταλήξαμε εκεί από όπου ξεκινήσαμε.
Πρώτα έγινε η στρατιωτική επιχείρηση στο Ιράκ, έπειτα στη Λιβύη, η οποία ωθήθηκε στο χείλος της διάλυσης. Γιατί ωθήθηκε η Λιβύη σε αυτή τη κατάσταση; Σήμερα είναι μια χώρα σε κίνδυνο κατακερματισμού και έχει καταστεί πεδίο εκγύμνασης τρομοκρατών. Μόνο η αποφασιστικότητα και η σωφροσύνη της σημερινής αιγυπτιακής ηγεσίας έσωσε αυτή την Αραβική χώρα-κλειδί από το χάος και την ανεξέλεγκτη δράση των τρομοκρατών .
Στη Συρία, όπως στο παρελθόν, οι Η.Π.Α. και σύμμαχοί τους άρχισαν να χρηματοδοτούν και να εξοπλίζουν απ’ ευθείας τους τρομοκράτες και να τους επιτρέπουν να συμπληρώνουν τις δυνάμεις τους με μισθοφόρους από διάφορες χώρες. Ας μου επιτραπεί να ρωτήσω από πού αυτοί οι αντάρτες παίρνουν χρήματα, όπλα και στρατιωτικούς ειδικούς; Από πού έρχονται όλα αυτά; Πως αυτό το διαβόητο Ισλαμικό Κράτος κατόρθωσε να καταστεί μια ισχυρή ομάδα, ουσιαστικά μια στρατιωτική δύναμη;
΄Οσο για τις πηγές χρηματοδότησης, σήμερα τα χρήματα έρχονται όχι μόνο από τα ναρκωτικά – η παραγωγή των οποίων δεν αυξήθηκε απλώς κατά μερικά ποσοστά, αλλά πολλαπλασιάσθηκε από τότε που εγκαταστάθηκαν οι δυνάμεις της διεθνούς συμμαχίας στο Αφγανιστάν. Αυτό το γνωρίζετε. Οι τρομοκράτες εισπράττουν χρήματα επίσης από την πώληση πετρελαίου. Πετρέλαιο παράγεται σε περιοχές κατεχόμενες από τους τρομοκράτες, οι οποίοι το παράγουν, το μεταφέρουν και το πουλούν σε τιμές ξεπουλήματος. Αλλά κάποιοι το αγοράζουν αυτό το πετρέλαιο, το ξαναπουλάνε και βγάζουν κέρδος, χωρίς να σκεφθούν ότι χρηματοδοτούν έτσι τους τρομοκράτες, οι οποίο μπορεί να έρθουν, αργά ή γρήγορα, στο δικό τους έδαφος και να σπείρουν την καταστροφή στη χώρα τους.
Από πού αντλούν εθελοντές; Στο Ιράκ, μετά την ανατροπή του Σαντάμ Χουσσείν, οι κρατικοί θεσμοί, συμπεριλαμβανομένου του στρατού αφέθηκαν σε ερείπια. Το είχαμε πει τότε, προσέξτε το πολύ καλά. Ρίχνετε ανθρώπους στον δρόμο και τι θα κάνουν εκεί; Μην ξεχνάτε ότι (καλώς ή κακώς) ήσαν στην ηγεσία μιας μεγάλης περιφερειακής δύναμης και τώρα σε τι τους μετατρέπετε;
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα; Δεκάδες χιλιάδες στρατιώτες, αξιωματικοί και τέως δρώντα μέλη του κόμματος Μπάαθ έχουν ενταχθεί στις τάξεις των ανταρτών. ΄Ισως αυτό εξηγεί γιατί η ομάδα του Ισλαμικού Κράτους έχει γίνει τόσο αποτελεσματική; Σε στρατιωτικούς όρους δρα πολύ αποτελεσματικά και διαθέτει ορισμένα πολύ επαγγελματικά μέλη.
Η Ρωσία προειδοποίησε κατ’ επανάληψη για τους κινδύνους μονομερών στρατιωτικών ενεργειών, επεμβάσεων στις υποθέσεις κυριάρχων κρατών και ερωτοτροπιών με τρομοκράτες και ριζοσπαστικά στοιχεία. Επιμέναμε να συμπεριληφθούν οι ομάδες που πολεμούσαν εναντίον της κεντρικής εξουσίας της Συρίας και προπάντων οι ισλαμιστές, στους καταλόγους των τρομοκρατικών οργανώσεων. Αλλά είδαμε οποιαδήποτε αποτελέσματα; Εκάναμε μάταιες εκκλήσεις.
΄Εχουμε μερικές φορές την εντύπωση πως οι συνάδελφοι και φίλοι μας μάχονται συνεχώς εναντίον των συνεπειών των δικών τους πολιτικών αποφάσεων, σπαταλούν όλες τους τις προσπάθειες για την αντιμετώπιση των κινδύνων που οι ίδιοι εδημιούργησαν και πληρώνουν ολοένα και υψηλότερο τίμημα.
Συνάδελφοι, αυτή η περίοδος της μονοπολικής κυριαρχίας επέδειξε πειστικά πως η ύπαρξη ενός μόνου κέντρου εξουσίας δεν καθιστά περισσότερο διαχειρίσιμες τις διεθνείς διαδικασίες. Αντίθετα η ασταθής κατασκευή αυτού του είδους απέδειξε την ανικανότητά της να καταπολεμήσει τις πραγματικές απειλές όπως οι περιφερειακές συρράξεις, η τρομοκρατία, το λαθρεμπόριο ναρκωτικών, ο θρησκευτικός φανατισμός, ο σωβινισμός και ο νεοναζισμός. Ταυτόχρονα άνοιξε διάπλατα τον δρόμο για υπερφίαλη εθνική ματαιοδοξία, χειραγώγηση της κοινής γνώμης και άδεια στον ισχυρό να φοβερίζει και να καταπιέζει τον αδύνατο.
Ουσιαστικά ο μονοπολικός κόσμος είναι απλά ένα μέσο δικαιολόγησης της δικτατορίας επί λαών και χωρών. Ο μονοπολικός κόσμος αποδείχθηκε πολύ στενόχωρος, βαρύς και δύσχρηστο φορτίο ακόμη και για τον αυτό-ανακηρυχθέντα ηγέτη. Σχόλια σε αυτή τη γραμμή σκέψης διατυπώθηκαν νωρίτερα και εδώ και συμφωνώ απολύτως με αυτά. Γι’ αυτό και θεωρούμε τις προσπάθειες, σε αυτή τη νέα ιστορική φάση, για την αναδημιουργία ενός είδους σχεδόν διπολικού κόσμου, ως ένα βολικό μοντέλο για την διαιώνιση της αμερικανικής ηγεσίας. Δεν έχει σημασία ποιος παίρνει τη θέση του κέντρου του Κακού στην αμερικανική προπαγάνδα, την παλαιά θέση της Σοβιετικής ΄Ενωσης ως του κυρίου αντιπάλου. Θα μπορούσε να είναι το Ιράν, ως η χώρα που επιδιώκει να αποκτήσει πυρηνική τεχνολογία, η Κίνα, ως η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο, ή η Ρωσία, ως μια πυρηνική υπερδύναμη.
Σήμερα βλέπουμε νέες προσπάθειες κατατεμαχισμού του κόσμου, χάραξης νέων διαχωριστικών γραμμών, συγκόλλησης νέων συνασπισμών, που δημιουργούνται όχι για κάτι αλλά κατευθύνονται εναντίον κάποιου, οποιουδήποτε, δημιουργούν την εικόνα ενός εχθρού, όπως συνέβαινε στα χρόνια του ψυχρού πολέμου και εξασφαλίζουν το δικαίωμα στην ηγεσία ή στο διατάσσειν αν προτιμάτε. Έτσι παρουσιαζόταν η κατάσταση κατά τον Ψυχρό Πόλεμο. ΄Ολοι το κατανοούμε και το γνωρίζουμε Οι Ηνωμένες Πολιτείες πάντοτε έλεγαν στους συμμάχους τους: «΄Εχουμε έναν κοινόν εχθρό. Είναι τρομερός αντίπαλος. Το κέντρο του Κακού. Και εμείς σας υπερασπίζουμε εσάς τους συμμάχους μας από αυτόν τον εχθρό και επομένως έχουμε το δικαίωμα να σας διατάσσουμε, να σας αναγκάζουμε να θυσιάζετε τα πολιτικά και οικονομικά συμφέροντά σας και να πληρώνετε το μερίδιό σας σε αυτή τη συλλογική άμυνα, αλλά το πρόσταγμα, φυσικά, θα το έχουμε εμείς.
Αλλά αυτές οι απόπειρες είναι σε ολοένα μεγαλύτερη διάσταση από την πραγματικότητα και σε αντίθεση με την πολλαπλότητα του κόσμου. Βήματα αυτού του είδους αναπόφευκτα προκαλούν σύγκρουση και αντίμετρα και έχουν αποτελέσματα αντίθετα προς τους επιδιωκόμενους σκοπούς.
Βλέπουμε τι συμβαίνει όταν η πολιτική αρχίζει απερίσκεπτα να επεμβαίνει στην οικονομία και η λογική των ορθολογικών αποφάσεων υποχωρεί μπροστά στη λογική της σύγκρουσης, η οποία μόνο ζημία επιφέρει στις οικονομικές θέσεις και τα συμφέροντα του ίδιου, συμπεριλαμβανομένων των συμφερόντων των εθνικών του επιχειρήσεων.
Κοινά οικονομικά προγράμματα και αμοιβαίες επενδύσεις αντικειμενικά φέρνουν τις χώρες πλησιέστερα και συμβάλλουν στην εξομάλυνση τρεχόντων προβλημάτων στις σχέσεις μεταξύ κρατών. Αλλά σήμερα η διεθνής επιχειρηματική κοινότητα αντιμετωπίζει πιέσεις χωρίς προηγούμενο από Δυτικές κυβερνήσεις. Για ποιες επιχειρήσεις, οικονομική αναγκαιότητα και πραγματισμό μπορούμε να μιλήσουμε όταν ακούμε συνθήματα όπως «η πατρίδα κινδυνεύει», «ο ελεύθερος κόσμος απειλείται» και «η δημοκρατία αντιμετωπίζει κίνδυνο»; Και επομένως απαιτείται γενική κινητοποίηση. Με αυτό μοιάζει η πολιτική πραγματικής κινητοποίησης.
Οι κυρώσεις υπονομεύουν ήδη τα θεμέλια του διεθνούς εμπορίου, τους κανόνες της Οργανισμού Διεθνούς Εμπορίου και τις αρχές του απαραβίαστου της ιδιωτικής περιουσίας. Καταφέρουν πλήγμα στο φιλελεύθερο μοντέλο παγκοσμιοποίησης, βασισμένο στις αγορές και τον ελεύθερο συναγωνισμό, το οποίο, ας σημειωθεί, ήταν επωφελές κυρίως και ειδικά για τις Δυτικές χώρες. Και τώρα κινδυνεύουν να χάσουν την εμπιστοσύνη ως ηγέτες της παγκοσμιοποίησης.
Θα πρέπει να αναρωτηθούμε, γιατί ήταν αυτό απαραίτητο; Επί τέλους, η ευημερία των ΗΠΑ βασίζεται κατά σημαντικό μέρος στην εμπιστοσύνη των επενδυτών και των ξένων κατόχων δολαρίων και αμερικανικών χρεογράφων. Αυτή η εμπιστοσύνη σαφώς υπονομεύεται και οι ενδείξεις της απογοήτευσης από τους καρπούς της παγκοσμιοποίησης είναι τώρα ορατές σε πολλές χώρες.
Το πολύ γνωστό προηγούμενο της Κύπρου και οι πολιτικά υποκινούμενες κυρώσεις έχουν ισχυροποιήσει την τάση προς την ενίσχυση της εθνικής οικονομικής και χρηματοπιστωτικής κυριαρχίας και χώρες ή περιφερειακές ομάδες χωρών επιθυμούν να βρουν τρόπους αυτοπροστασίας από τους κινδύνους εξωτερικών πιέσεων. Βλέπουμε ήδη πως ολοένα περισσότερες χώρες αναζητούν τρόπους να καταστούν λιγότερο εξαρτημένες από το δολάριο και να συγκροτούν εναλλακτικά χρηματοπιστωτικά και συστήματα πληρωμών και νομισματικά αποθέματα. Νομίζω ότι οι Αμερικανοί φίλοι μας απλώς πριονίζουν το κλαδί πάνω στο οποίο κάθονται..
Δεν μπορείς να ανακατεύεις την πολιτική με την οικονομία, αλλά αυτό είναι που γίνεται σήμερα. Πάντοτε πίστευα και εξακολουθώ σήμερα να πιστεύω ότι πολιτικά κινούμενες κυρώσεις αποτελούν σφάλμα που θα βλάψει όλους.
Γνωρίζουμε πως ελήφθησαν αυτές οι αποφάσεις και ποιος ασκεί την πίεση. Αλλά επιτρέψατε μου να τονίσω πως η Ρωσία δεν πρόκειται να εξαφθεί, να θιγεί, η να έλθει να παρακαλέσει σε κάποιου την πόρτα. Η Ρωσία είναι μια χώρα αυτάρκης. Θα εργασθούμε μέσα στο διεθνές περιβάλλον που έχει διαμορφωθεί, θα αναπτύξουμε την εντόπια παραγωγή και τεχνολογία και θα προχωρήσουμε αποφασιστικότερα στην εφαρμογή της μεταμόρφωσης. Η εξωτερική πίεση, όπως συνέβη σε παρελθούσες περιπτώσεις, μόνο θα καταστήσει την κοινωνία μας πιο συμπαγή, θα μας κρατήσει σε διέγερση και θα μας κάνει να συγκεντρωθούμε στους κύριους αναπτυξιακούς στόχους μας.
Φυσικά οι κυρώσεις είναι ένα εμπόδιο. Προσπαθούν να μας τραυματίσουν με αυτές τις κυρώσεις, να εμποδίσουν την ανάπτυξή μας και να μας ωθήσουν σε πολιτική, οικονομική και πολιτιστική απομόνωση, με άλλα λόγια να μας εξωθήσουν βίαια στην οπισθοδρόμηση. Αλλά ας επαναλάβω και πάλι ότι ο κόσμος είναι σήμερα διαφορετικός. Δεν έχουμε καμία πρόθεση να αποκλεισθούμε από κανένα και να επιλέξουμε κάποιο είδος δρόμου κλειστής ανάπτυξης, προσπαθώντας να ζήσουμε σε καθεστώς αυτάρκειας. Είμαστε πάντοτε ανοικτοί στον διάλογο, και στην ομαλοποίηση των πολιτικών και οικονομικών σχέσεών μας. Υπολογίζουμε εδώ στην πραγματιστική αντίληψη και στάση των επιχειρηματικών κοινοτήτων στις ηγετικές χώρες.
Ορισμένοι λένε σήμερα ότι η Ρωσία δήθεν στρέφει τη ράχη της στην Ευρώπη και ότι αναζητεί νέους επιχειρηματικούς εταίρους, προ παντός στην Ασία. Επιτρέψατε μου να σας πω ότι αυτό δεν ισχύει καθόλου. Η ενεργός πολιτική μας στην περιοχή Ασίας-Ειρηνικού δεν άρχισε μόλις εχθές και δεν είναι αντίδραση στις κυρώσεις, αλλά είναι η πολιτική που ακολουθούμε από πολλά χρόνια ήδη. Όπως πολλές χώρες, περιλαμβανομένων Δυτικών χωρών, είδαμε ότι η Ασία διαδραματίζει ένα ολοένα μεγαλύτερο ρόλο στον κόσμο, στην οικονομία και στην πολιτική και ότι απλά δεν μπορούμε με κανένα τρόπο να παραβλέψουμε αυτές τις εξελίξεις.
Ας επαναλάβω ότι όλοι κάνουν το ίδιο και εμείς θα το κάνουμε τόσο περισσότερο όσο κατά μεγάλο μέρος η χώρα μας είναι στην Ασία. Γιατί δεν θα πρέπει να επωφεληθούμε των συγκριτικών πλεονεκτημάτων μας στην περιοχή αυτή; Θα ήταν εξαιρετικά κοντόφθαλμο να μην ενεργήσουμε έτσι.
Η ανάπτυξη οικονομικών δεσμών με τις χώρες αυτές και η εφαρμογή κοινών ενοποιητικών προγραμμάτων δημιουργούν επίσης μεγάλα κίνητρα για την εσωτερική μας ανάπτυξη.
Όλες οι σημερινές δημογραφικές, οικονομικές και πολιτιστικές εξελίξεις δείχνουν ότι η εξάρτηση από μία μοναδική υπερδύναμη αντικειμενικά θα μειώνεται. Αυτό είναι κάτι για το οποίο επίσης συζητούν και γράφουν οι Ευρωπαίοι και Αμερικανοί εμπειρογνώμονες.
Ίσως οι εξελίξεις στην παγκόσμια πολιτική θα αντικατοπτρίσουν τις εξελίξεις που βλέπουμε στην παγκόσμια οικονομία, συγκεκριμένα, εντατικό ανταγωνισμό για συγκεκριμένες θέσεις και συχνές αλλαγές ηγετών σε συγκεκριμένες περιοχές. Αυτό είναι δυνατό να συμβεί.
Ανθρωπιστικοί παράγοντες, όπως η εκπαίδευση, η επιστήμη, η υγειονομική περίθαλψη και ο πολιτισμός θα διαδραματίσουν αναμφίβολα μεγαλύτερο ρόλο στον διεθνή ανταγωνισμό. Αυτό έχει επίσης σημαντική επίδραση στις διεθνείς σχέσεις, συμπεριλαμβανομένου του λόγου ότι αυτή η πηγή ηπίας ισχύος θα εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τα πραγματικά επιτεύγματα στην ανάπτυξη ανθρωπίνου κεφαλαίου μάλλον παρά από περίτεχνα προπαγανδιστικά τεχνάσματα.
Ωστόσο ο σχηματισμός του καλουμένου πολυκεντρικού κόσμου (και θα ήθελα να επιστήσω σε αυτό την προσοχή σας, συνάδελφοι) δεν αποτελεί, καθ’ εαυτόν, βελτίωση της σταθερότητος. Είναι μάλιστα πιθανότερο να σημαίνει το αντίθετο. Ο στόχος της επίτευξης διεθνούς ισορροπίας καθίσταται ένα αρκετά δύσκολο πρόβλημα, μια εξίσωση με πολλούς αγνώστους.
Έτσι, τι μας περιμένει εάν επιλέξουμε να μη συμμορφωθούμε προς τους κανόνες –ακόμη και εάν είναι αυστηροί και στενάχωροι- αλλά μάλλον να ζήσουμε χωρίς κανένα κανόνα; Και αυτό το σενάριο είναι απολύτως δυνατό, δεν μπορούμε να το αποκλείσουμε, με τις δεδομένες εντάσεις στην διεθνή κατάσταση. ΄Εχουν ήδη γίνει πολλές προβλέψεις, που λαμβάνουν υπ’ όψιν τις τρέχουσες τάσεις, και δυστυχώς δεν είναι αισιόδοξες. Εάν δεν δημιουργήσουμε ένα σαφές σύστημα αμοιβαίων δεσμεύσεων και συμφωνιών, εάν δεν οικοδομήσουμε τους μηχανισμούς για την διαχείριση και την λύση καταστάσεων κρίσεως, τα συμπτώματα διεθνούς αναρχίας θα αυξηθούν αναπόφευκτα.
Σήμερα ήδη βλέπουμε απότομη αύξηση του ενδεχομένου σειράς όλης βιαίων συρράξεων με είτε άμεση είτε έμμεση συμμετοχή των μεγάλων δυνάμεων. Και οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν όχι απλώς τις παραδοσιακές πολυεθνικές συρράξεις, αλλά επίσης την εσωτερικήν αστάθεια σε διαφορετικά κράτη, ιδίως όταν αναφερόμαστε σε έθνη εδραζόμενα σε διασταυρώσεις γεωπολιτικών συμφερόντων μεγάλων κρατών ή στα σύνορα πολιτιστικών, ιστορικών και οικονομικών πολιτισμικών ηπείρων.
Η Ουκρανία είναι ένα παράδειγμα τέτοιων συγκρούσεων που επηρεάζουν την διεθνή ισορροπία δυνάμεων και νομίζω ότι ασφαλώς δεν θα είναι το τελευταίο. Από εδώ πηγάζει η επομένη πραγματική απειλή καταστροφής του υφισταμένου συστήματος συμφωνιών ελέγχου των εξοπλισμών. Και αυτή η επικίνδυνη διαδικασία κινήθηκε από τις Ηνωμένες Πολιτείες, όταν μονομερώς αποσύρθηκαν το 2002 από την Συνθήκη των Αντι- Βαλλιστικών Πυραύλων και στη συνέχεια ξεκίνησαν και συνεχίζουν και σήμερα τη δημιουργία του παγκόσμιου συστήματός τους Πυραυλικής Άμυνας.
Συνάδελφοι, φίλοι.
Θέλω να τονίσω πως δεν είμαστε εμείς που το αρχίσαμε αυτό. Άλλη μια φορά ολισθαίνουμε στους καιρούς όπου αντί της ισορροπίας συμφερόντων και των αμοιβαίων εγγυήσεων, είναι ο φόβος και η αμοιβαία καταστροφή που εμποδίζει τα έθνη να εμπλακούν σε ευθεία σύγκρουση. Εν απουσία νομικών και πολιτικών οργάνων, τα όπλα και πάλι γίνονται το επίκεντρο του διεθνούς ημερολογίου, χρησιμοποιούμενα οπουδήποτε και οποτεδήποτε, χωρίς οποιεσδήποτε σχετικές αποφάσεις του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ. Και εάν το Συμβούλιο Ασφαλείας αρνηθεί να παραγάγει τέτοιες αποφάσεις, τότε αμέσως κηρύσσεται ως απαρχαιωμένο και αναποτελεσματικό όργανο.
Πολλά κράτη δεν βλέπουν άλλους τρόπους να εξασφαλίσουν την κυριαρχία τους από το να αποκτήσουν δικές τους βόμβες. Αυτό είναι εξαιρετικά επικίνδυνο. Επιμένουμε να συνεχισθούν οι συνομιλίες, δεν είμαστε απλώς υπέρ των συνομιλιών, αλλά επιμένουμε για την συνέχιση συνομιλιών για την μείωση του πυρηνικού οπλοστασίου. ΄Οσο λιγότερα πυρηνικά όπλα έχουμε στον κόσμο, τόσο καλύτερα. Και είμαστε έτοιμοι για τις σοβαρότερες, συγκεκριμένες συζητήσεις για πυρηνικό αφοπλισμό – αλλά μόνο για σοβαρές συζητήσεις, χωρίς δύο μέτρα και σταθμά.
Τι εννοώ; Σήμερα, πολλοί τύποι όπλων υψηλής ακριβείας προσεγγίζουν ήδη τα όπλα μαζικής καταστροφής από την άποψη των δυνατοτήτων τους και στην περίπτωση της εγκατάλειψης των πυρηνικών όπλων ή του δραστικού περιορισμού του πυρηνικού δυναμικού, τα έθνη που ηγούνται στην δημιουργία και στην παραγωγή συστημάτων υψηλής ακριβείας θα διαθέτουν σαφές στρατιωτικό πλεονέκτημα. Η στρατηγική ισορροπία θα έχει διαταραχθεί και αυτό θα οδηγήσει σε αποσταθεροποίηση. Η χρησιμοποίηση του λεγομένου πρώτου συνολικού προληπτικού πλήγματος μπορεί να καταστεί δελεαστική. Εν ολίγοις, οι κίνδυνοι δεν μειώνονται αλλά εντείνονται.
Η επομένη προφανής απειλή είναι η περαιτέρω κλιμάκωση των εθνικών, θρησκευτικών και κοινωνικών συγκρούσεων. Τέτοιες συγκρούσεις είναι επικίνδυνες όχι μόνο καθ’ εαυτές αλλά επίσης επειδή δημιουργούν ζώνες αναρχίας, παρανομίας και χάους γύρω τους, χώρους φιλόξενους για τρομοκράτες και εγκληματίες, όπου ακμάζει η πειρατεία και το λαθρεμπόριο ανθρώπων και ναρκωτικών.
Παρεμπιπτόντως, οι εταίροι μας προσπάθησαν διαδικασίες, να χρησιμοποιήσουν περιφερειακές συγκρούσεις και να σχεδιάσουν έγχρωμες επαναστάσεις που να εξυπηρετούν τα συμφέροντα τους, αλλά το δαιμόνιο διέφυγε από το μπουκάλι. Φαίνεται πως και οι ίδιοι οι πατέρες της θεωρίας του χάους δεν ξέρουν τι να το κάνουν και ότι υπάρχει σύγχυση στις τάξεις τους.
Παρακολουθούμε στενά τις συζητήσεις από την κυβερνώσα ελίτ και την κοινότητα των ειδικών. Αρκεί να κοιτάξει κανείς τους τίτλους του Δυτικού Τύπου στη διάρκεια του περασμένου χρόνου. Οι ίδιοι άνθρωποι αποκαλούνται μαχητές της δημοκρατίας και κατόπιν ισλαμιστές, πρώτα γράφουν για επαναστάσεις και μετά για οχλαγωγία και αναταραχή. Το αποτέλεσμα είναι φανερό: η μεγαλύτερη εξάπλωση του διεθνούς χάους.
Συνάδελφοι, με την δεδομένη διεθνή κατάσταση είναι καιρός να αρχίσουμε να συμφωνούμε σε θεμελιώδη πράγματα. Αυτό είναι απίστευτα σημαντικό και απαραίτητο, είναι πολύ καλύτερο από το να γυρίσουμε πίσω στις παλιές μας γωνίες. ΄Οσο περισσότερο όλοι μας αντιμετωπίζουμε κοινά προβλήματα, τόσο περισσότερο βλέπουμε πως βρισκόμαστε, ούτως ειπείν, στην ίδια βάρκα. Και η λογική διέξοδος βρίσκεται στη συνεργασία μεταξύ εθνών και κοινωνιών στην ανεύρεση συλλογικών απαντήσεων σε αυξανόμενες προκλήσεις και σε συλλογική διαχείριση κινδύνου. Γεγονός είναι πως ορισμένοι από τους εταίρους μας το θυμούνται αυτό, μόνο όταν ταιριάζει στα συμφέροντά τους.
Η πρακτική πείρα δείχνει πως οι κοινές απαντήσεις στις προκλήσεις δεν είναι πάντοτε πανάκεια και αυτό πρέπει να το καταλάβουμε. Επί πλέον, στις περισσότερες περιπτώσεις είναι δύσκολο να επιτευχθούν. Δεν είναι εύκολο να υπερνικηθούν οι διαφορές σε εθνικά συμφέροντα, η υποκειμενικότητα των διαφόρων προσεγγίσεων, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για έθνη με διαφορετικές πολιτιστικές και ιστορικές παραδόσεις. Αλλά, παρ’ όλα αυτά έχουμε παραδείγματα όπου, όταν έχουμε κοινούς στόχους και ενεργούμε με βάση τα ίδια κριτήρια, μαζί φθάνουμε σε κοινή επιτυχία.
Να σας θυμίσω τη λύση του προβλήματος των χημικών όπλων στη Συρία και τον ουσιαστικό διάλογο για το πυρηνικό πρόγραμμα του Ιράν, όπως επίσης την κοινή εργασία μας για τα θέματα της Βορείου Κορέας, που είχε επίσης ορισμένα θετικά αποτελέσματα. Γιατί να μην μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε αυτή την πείρα στο μέλλον για να λύσουμε τοπικές και διεθνείς προκλήσεις;
Ποια θα μπορούσε να είναι η νομική, πολιτική και οικονομική βάση για μια νέα τάξη, που θα καθιστούσε δυνατή τη σταθερότητα και την ασφάλεια, ενώ θα επέτρεπε τον υγιή συναγωνισμό, αποτρέποντας τον σχηματισμό νέων μονοπωλίων που εμποδίζουν την ανάπτυξη; Δεν είναι πιθανό ότι κάποιος θα μπορούσε να προσφέρει απόλυτα διεξοδικές, ετοιμοπαράδοτες λύσεις αυτή την ώρα. Θα χρειαστούμε εκτεταμένη δουλειά και συμμετοχή από ευρεία κλίμακα κυβερνήσεις, διεθνείς επιχειρήσεις, κοινωνίας των πολιτών και βάσεις εμπειρογνωμόνων όπως η παρούσα.
Είναι ωστόσο σαφές ότι η επιτυχία και τα πραγματικά αποτελέσματα είναι τότε δυνατά όταν κρίσιμοι συμμετέχοντες στις διεθνείς υποθέσεις μπορούν να συμφωνήσουν στην εναρμόνιση βασικών συμφερόντων με λογική αυτοσυγκράτηση και να δημιουργήσουν παράδειγμα θετικής και υπεύθυνης ηγεσίας. Θα πρέπει να ορίσουμε σαφώς το σημείο όπου (πρέπει να) σταματούν οι μονομερείς ενέργειες, πρέπει να εφαρμόσουμε πολυμερείς μηχανισμούς και – ως μέρος της ενίσχυσης της αποτελεσματικότητας του Διεθνούς Δικαίου- θα πρέπει να λύσουμε το δίλημμα ανάμεσα στις ενέργειες της διεθνούς κοινότητος για να προασπίσει ασφάλεια και ανθρώπινα δικαιώματα και στην αρχή της εθνικής κυριαρχίας και της μη ανάμειξης στις εσωτερικές υποθέσεις οιουδήποτε κράτους.
Αυτές ακριβώς οι αντιθέσεις οδηγούν ολοένα και περισσότερο σε αυθαίρετη εξωτερική παρέμβαση σε περίπλοκες εσωτερικές διαδικασίες και ξανά και ξανά προκαλούν επικίνδυνες συγκρούσεις μεταξύ ηγετικών διεθνών παικτών. Το θέμα της περιφρούρησης της εθνικής κυριαρχίας αναδεικνύεται σχεδόν κυρίαρχο στην διατήρηση και ενίσχυση της διεθνούς σταθερότητος.
Σαφώς η συζήτηση περί τα κριτήρια χρήσεως εξωτερικής ισχύος είναι πολύ δύσκολη: είναι σχεδόν αδύνατος ο διαχωρισμός της από τα συμφέροντα συγκεκριμένων εθνών. Ωστόσο είναι πολύ περισσότερο επικίνδυνο να μην υπάρχουν συμφωνίες, που να είναι σαφείς για όλους, όταν δεν έχουν ορισθεί οι σαφείς προϋποθέσεις για μιαν αναγκαία και νόμιμη ανάμειξη/.
Θα προσθέσω ότι οι διεθνείς σχέσεις πρέπει να διέπονται από το Διεθνές Δίκαιο, το οποίο με τη σειρά του θα πρέπει να βασίζεται σε ηθικές αξίες, όπως η δικαιοσύνη, η ισότητα και η αλήθεια.
΄Ισως το σημαντικότερο είναι ο σεβασμός καθενός στους εταίρους του και στα συμφέροντά τους. Αυτή είναι μια προφανής συνταγή, αλλά και μόνη η εφαρμογή της θα μπορούσε να αλλάξει ριζικά την διεθνή κατάσταση.
Eίμαι βέβαιος ότι, εάν υπάρχει η βούληση, μπορούμε να αποκαταστήσουμε την αποτελεσματικότητα του διεθνούς και περιφερειακού θεσμικού συστήματος. Δεν χρειάζεται καν να
οικοδομήσουμε τίποτα εκ νέου, από την αρχή. Δεν υπάρχει εδώ ένα χέρσο πεδίο. Ιδιαίτερα όταν οι θεσμοί που δημιουργήθηκαν μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο είναι εντελώς γενικοί και μπορεί να τους δοθεί σύγχρονο περιεχόμενο, κατάλληλο για την διαχείριση της σημερινής πραγματικότητας.
Αυτό ισχύει για την βελτίωση της λειτουργίας του ΟΗΕ, του οποίου ο κεντρικός ρόλος είναι αναντικατάστατος, ως επίσης για τον ΟSCE (Οργανισμό Ευρωπαϊκής Ασφαλείας και Συνεργασίας), o οποίος, κατά την διάρκεια 40 χρόνων απέδειξε ότι είναι ένας απαραίτητος μηχανισμός για την εξασφάλιση ασφαλείας και συνεργασίας στην Ευρω-Ατλαντική περιοχή. Θα πρέπει να πω ότι ακόμη και σήμερα στην προσπάθεια επιλύσεως της κρίσεως στην Ουκρανία ο ΟSCE παίζει ένα πολύ θετικό ρόλο.
Υπό το φως των θεμελιωδών μεταβολών στο διεθνές περιβάλλον, της αυξήσεως του ανεξέλεγκτου και των διαφόρων απειλών, έχουμε ανάγκη μιας νέας συναινέσεως των υπευθύνων δυνάμεων. Δεν είναι για κάποιες τοπικές συμφωνίες ή για μία διαίρεση των σφαιρών επιρροής στο πνεύμα της κλασσικής διπλωματίας, η την πλήρη παγκόσμια κυριαρχία κάποιου. Νομίζω ότι έχουμε ανάγκη μιας νέας εκδοχής της αλληλεξάρτησης. Δεν θα έπρεπε να το φοβόμαστε. Αντίθετα, είναι ένα καλό όργανο για την εναρμόνιση των θέσεων.
Αυτό είναι ιδιαίτερα επίκαιρο με δεδομένη την ενίσχυση και την ανάπτυξη ορισμένων περιοχών του πλανήτη, διαδικασία η οποία αντικειμενικά απαιτεί την θεσμοποίηση αυτών των νέων πόλων, τη δημιουργία ισχυρών περιφερειακών οργανώσεων και την ανάπτυξη κανόνων για την αλληλεπίδραση μεταξύ των. Η συνεργασία μεταξύ αυτών των κέντρων θα συμβάλει σοβαρά στην διεθνή ασφάλεια, σωφροσύνη και οικονομία.
Αλλά για να αρχίσουμε ένα τέτοιο διάλογο είναι ανάγκη να ξεκινήσουμε από μια δεδομένη αντίληψη ότι όλα τα περιφερειακά κέντρα και τα ενοποιητικά προγράμματα που διαμορφώνονται πέριξ αυτών θα πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα στην ανάπτυξη, έτσι ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται και κανείς να μη μπορεί έντεχνα να τα εξωθήσει σε αντίθεση ή σύγκρουση. Τέτοιες καταστρεπτικές ενέργειες θα έθραυαν δεσμούς μεταξύ κρατών και τα ίδια τα κράτη θα υποβάλλονταν σε ακραίες δοκιμασίες και ίσως ακόμη σε πλήρη καταστροφή.
Θ ήθελα να σας θυμίσω τα γεγονότα του περασμένου χρόνου. Είχαμε πει στους Αμερικανούς και Ευρωπαίους εταίρους μας ότι βιαστικές παρασκηνιακές αποφάσεις, επί παραδείγματι, για την σύνδεση της Ουκρανίας με την ΕΕ συνεπάγονται σοβαρούς κινδύνους για την οικονομία. Δεν είπαμε καν οτιδήποτε για πολιτική, μιλήσαμε μόνο για την οικονομία, λέγοντας ότι παρόμοια βήματα, που γίνονται χωρίς προηγούμενες διευθετήσεις, θίγουν τα συμφέροντα πολλών άλλων εθνών, συμπεριλαμβανομένης της Ρωσίας ως κύριο εμπορικό εταίρο της Ουκρανίας, και ότι είναι απαραίτητη μια ευρεία συζήτηση των προβλημάτων. Παρεμπιπτόντως να σας θυμίσω σχετικά ότι οι διαπραγματεύσεις για την εισδοχή της Ρωσίας στον Οργανισμό Διεθνούς Εμπορίου διήρκεσαν 19 χρόνια. ΄Ηταν μια δύσκολη εργασία και επιτεύχθηκε κάποια συναίνεση.
Γιατί αναφέρομαι σε αυτό; Επειδή, εφαρμόζοντας το πρόγραμμα συνδέσεως της Ουκρανίας, θα έρχονταν σε εμάς από την πίσω πόρτα, ούτως ειπείν, με τα προϊόντα τους και τις υπηρεσίες τους και εμείς δεν είμαστε σύμφωνοι, κανείς δεν μας ρώτησε γι’ αυτό. Είχαμε συζητήσεις με την ΕΕ, για όλα τα θέματα που είχαν σχέση με τη σύνδεση της Ουκρανίας, επίμονες συζητήσεις, αλλά θέλω να τονίσω ότι αυτό έγινε κατά ένα απόλυτα πολιτισμένο τρόπο, επισημαίνοντας τα διάφορα προβλήματα, παρουσιάζοντας την προφανή λογική και τα επιχειρήματα μας. Κανείς δεν ήθελε να μας ακούσει και κανείς δεν ήθελε να συζητήσει. Μας είπαν απλώς αυτό δεν είναι δική σας δουλειά, τελεία. Τέλος της συζήτησης. Αντί ενός περιεκτικού αλλά –το τονίζω- πολιτισμένου διαλόγου όλα συνοψίσθηκαν σε μια ανατροπή κυβερνήσεως, έριξαν μια χώρα στο χάος, στην οικονομική και κοινωνική κατάρρευση, στον εμφύλιο πόλεμο με πολυάριθμα θύματα.
Γιατί; Όταν ρωτώ τους συναδέλφους μου γιατί, δεν έχουν πλέον απάντηση, κανείς δεν λέει τίποτα. Αυτό είναι. ΄Ολοι τα έχουν χαμένα, λένε έτσι εξελίχθηκαν τα πράγματα. Αυτές οι ενέργειες δεν έπρεπε να είχαν ενθαρρυνθεί, δεν μπορούσε να επιτύχει. Στο κάτω-κάτω ο τέως πρόεδρος Γιανούκοβιτς υπέγραψε τα πάντα, συμφώνησε στα πάντα. Γιατί το έκαναν; Τι νόημα είχε; Τι είναι αυτό, είναι πολιτισμένος τρόπος για τη λύση προβλημάτων; Προφανώς αυτοί που συνεχώς επισωρεύουν νέες χρωματιστές επαναστάσεις θεωρούν τους εαυτούς τους μεγαλοφυείς καλλιτέχνες και απλώς δεν μπορούν να σταματήσουν.
Είμαι πεπεισμένος ότι το έργο των ολοκληρωμένων ενώσεων, η συνεργασία των περιφερειακών συγκροτημάτων θα πρέπει να οικοδομηθεί σε βάσεις σαφήνειας και διαφάνειας: η διαδικασία πραγματοποιήσεως της Ευρασιατικής Οικονομικής ΄Ενώσεως είναι ένα καλό παράδειγμα τέτοιας διαφάνειας. Τα κράτη που συμμετέχουν ενημέρωσαν προκαταβολικά τους εταίρους τους για τα σχέδιά τους, καθορίζοντας τις παραμέτρους της ενώσεώς μας, τις αρχές που διέπουν τις εργασίες, οι οποίες ανταποκρίνονται πλήρως στους κανόνες του Οργανισμού Διεθνούς Εμπορίου.
Να προσθέσω ότι θα δεχόμαστε επίσης ευχαρίστως την έναρξη ενός σοβαρού διαλόγου μεταξύ της Ευρασιατικής και της Ευρωπαϊκής Ενώσεως. Παρεμπιπτόντως, και αυτό μας το αρνήθηκαν σχεδόν πλήρως επίσης, και είναι εξ ίσου άγνωστοι οι λόγοι γιατί- τι είναι αυτό που προκαλεί φόβο;
Και φυσικά, με τέτοια κοινή εργασία, θα χρειαζόμαστε διάλογο (μίλησα γι’ αυτό πολλές φορές και άκουσα συμφωνία από πολλούς δυτικούς εταίρους μας, τουλάχιστον στην Ευρώπη) για την ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα κοινό πεδίο για οικονομική και ανθρωπιστική συνεργασία, που να εκτείνεται από τον Ατλαντικό ως τον Ειρηνικό Ωκεανό.
Συνάδελφοι, η Ρωσία έκανε την επιλογή της. Οι προτεραιότητες μας είναι να βελτιώσουμε περαιτέρω τους δημοκρατικούς και θεσμούς ανοικτής οικονομίας μας, να επιταχύνουμε την εσωτερική ανάπτυξη, λαμβάνοντας υπ΄όψιν όλες τις θετικές σύγχρονες τάσεις στον κόσμο και να ισχυροποιήσουμε μια κοινωνία βασισμένη στις παραδοσιακές αξίες και στον πατριωτισμό.
΄Εχουμε ένα θετικό ειρηνικό πρόγραμμα προσανατολισμένο σε συνενώσεις, εργαζόμαστε δραστήρια με τους συναδέλφους μας της Ευρασιατικής Ενώσεως, του Οργανισμού Συνεργασίας της Σανγκάης, των BRICS (Βραζιλία-Ρωσία-Ινδία-Κίνα- Νότιος Αφρική) και άλλους εταίρους. Το πρόγραμμα αποβλέπει στην ανάπτυξη δεσμών μεταξύ των κυβερνήσεων, όχι σε διασπάσεις. Δεν σχεδιάζουμε να μαντρώσουμε σε οποιαδήποτε μπλόκ ή να εμπλακούμε σε ανταλλαγές χτυπημάτων.
Οι ισχυρισμοί και οι δηλώσεις ότι η Ρωσία προσπαθεί να εγκαταστήσει κάποιου είδους αυτοκρατορία καταπατώντας την κυριαρχία των γειτόνων της είναι ασύστατοι. Η Ρωσία δεν έχει ανάγκη οποιασδήποτε ειδικής, αποκλειστικής θέσεως στον κόσμο –αυτό επιθυμώ να το τονίσω. Ενώ σεβόμαστε τα συμφέροντα των άλλων, απλώς θέλουμε τα δικά μας συμφέροντα να λαμβάνονται υπ΄όψιν και η θέση μας να συναντά τον σεβασμό.
΄Εχουμε πλήρη αντίληψη του ότι ο κόσμος έχει μπει σε μιαν εποχή αλλαγών και συνολικών μεταμορφώσεων, όπου όλοι έχουμε ανάγκη από ένα ιδιαίτερο μέτρο προσοχής, την ικανότητα να αποφεύγουμε απερίσκεπτα βήματα. Στα χρόνια μετά τον Ψυχρό Πόλεμο οι συμμετέχοντες στη παγκόσμια πολιτική έχασαν κάπως αυτές τις ιδιότητες. Τώρα χρειαζόμαστε να τα ξαναθυμηθούμε. Αλλιώς, οι ελπίδες για μια ειρηνική, σταθερή ανάπτυξη θα είναι μια επικίνδυνη ψευδαίσθηση, ενώ η σημερινή αναταραχή θα χρησιμεύσει απλώς σαν εισαγωγή στην κατάρρευση της παγκόσμιας τάξης.
Ναι, φυσικά, το είπα ήδη ότι η οικοδόμηση μιας σταθερότερης παγκόσμιας τάξης είναι ένα δύσκολο έργο. Μιλάμε για μια μακρά και δύσκολη προσπάθεια. Υπήρξαμε ικανοί να αναπτύξουμε κανόνες αλληλεπίδρασης μετά τον ΙΙ Παγκόσμιο Πόλεμο και ικανοί να επιτύχουμε μια συμφωνία στο Ελσίνκι στη δεκαετία του 1970. Είναι κοινό καθήκον μας να λύσουμε αυτή την θεμελιώδη πρόκληση σε αυτή την νέα φάση εξέλιξης.
Σας ευχαριστώ πάρα πολύ για την προσοχή σας.

Μετάφραση Μιχ. Στυλιανού
http://olympia.gr