Ουάσινγκτον
Η χρόνια φλεγμονή του οργανισμού, μια δυσλειτουργία του
ανοσοποιητικού συστήματος που θεωρείται «σιωπηλός δολοφόνος» στο δυτικό κόσμο,
δείχνει να απουσιάζει εντελώς από τη φυλή Σουάρ του Αμαζονίου. Η διαφορά αυτή,
συμπεραίνουν οι ερευνητές, δείχνει ότι οι λοιμώξεις της παιδικής ηλικίας είναι
απαραίτητες για τη σωστή ρύθμιση του ανοσοποιητικού.
Οι Σουάρ ζουν σε «πρωτόγονες» συνθήκες στη ζούγκλα του Αμαζονίου στον Ισημερινό. Τα παιδιά εκεί εκτίθενται σε μια πληθώρα μικροβίων και άλλων παθογόνων που προκαλούν λοίμωξη και φλεγμονή και είναι τρεις φορές πιθανότερο να πεθάνουν πριν από την ηλικία των πέντε ετών, σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες.
Η φλεγμονή είναι μια αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος με την οποία δίνεται εντολή στα λευκά αιμοσφαίρια και σε άλλα χημικά όπλα να επιτεθούν στους εισβολείς. Συχνά, όμως, οι φλεγμονώδεις αντιδράσεις βγαίνουν εκτός ελέγχου λόγω χρόνιας λοίμωξης στα ούλα, λόγω παχυσαρκίας ή λόγω χρόνιων ιώσεων όπως ο έρπις.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η χρόνια φλεγμονή μπορεί να αποδειχθεί επιζήμια, καθώς έχει βρεθεί να αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, καρκίνο και αυτοάνοσα νοσήματα.
Στις ανεπτυγμένες χώρες, περίπου ένας στους τρεις ενήλικες παρουσιάζει αυξημένα επίπεδα της «C-αντιδραστικής πρωτεΐνης (CRP), τα οποία είναι ένδειξη χρόνιας φλεγμονής.
Στη νέα μελέτη, Αμερικανοί ερευνητές θέλησαν να εξετάσουν αν η χρόνια φλεγμονή είναι πρόβλημα και στους πληθυσμούς των αναπτυσσόμενων χωρών, στις οποίες οι άνθρωποι δεν πάσχουν μεν από παχυσαρκία, αλλά είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στις λοιμώξεις.
Η ομάδα του Τόμας Μακ Ντέιντ, βιολογικού ανθρωπολόγου στο Πανεπιστήμιο Northwestern του Σικάγο, πέρασε ένα μήνα μετρώντας τα επίπεδα της CRP σε 52 ενήλικες της φυλής των Σουάρ. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι τα επίπεδα της πρωτεΐνης μπορεί να αυξάνονταν για λίγες ημέρες, προφανώς ως αποτέλεσμα λοιμώξεων.
Το εντυπωσιακό όμως ήταν ότι κανείς από τους Σουάρ που εξετάστηκαν δεν παρουσίαζε επίπεδα πάνω από 3 milligram ανά λίτρο αίματος, το όριο για τη διάγνωση χρόνιας φλεγμονώδους αντίδρασης.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύονται στο Αmerican Journal of Human Biology.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα στο δικτυακό τόπο του Science, ο Δρ Μακ Ντέιντ εκτιμά ότι τα παθογόνα στα οποία εκτίθενται οι Σουάρ βοηθούν στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος ώστε να μην βγαίνει εκτός ελέγχου. Στους ιθαγενείς του Αμαζονίου «τα επίπεδα της CRP αυξάνονται όταν χρειάζεται, αλλά μετά την υποχώρηση της λοίμωξης η πρωτεΐνη είναι σχεδόν μη ανιχνεύσιμη» λέει ο ερευνητής.
Ανεξάρτητοι ειδικοί που κλήθηκαν να σχολιάσουν τη μελέτη στο Science τείνουν να συμφωνούν με τα συμπεράσματα του Μακ Ντέιντ. Αναφέρονται επίσης σε παλαιότερες μελέτες, οι οποίες έδειχναν ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε «αποστειρωμένα περιβάλλοντα» και δεν εκτίθενται σε παθογόνα όπως τα παιδιά στις αναπτυσσόμενες χώρες, είναι πιθανότερο να εμφανίσουν αλλεργίες -μια άλλη υπεραντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Οι Σουάρ ζουν σε «πρωτόγονες» συνθήκες στη ζούγκλα του Αμαζονίου στον Ισημερινό. Τα παιδιά εκεί εκτίθενται σε μια πληθώρα μικροβίων και άλλων παθογόνων που προκαλούν λοίμωξη και φλεγμονή και είναι τρεις φορές πιθανότερο να πεθάνουν πριν από την ηλικία των πέντε ετών, σε σχέση με τις ανεπτυγμένες χώρες.
Η φλεγμονή είναι μια αντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος με την οποία δίνεται εντολή στα λευκά αιμοσφαίρια και σε άλλα χημικά όπλα να επιτεθούν στους εισβολείς. Συχνά, όμως, οι φλεγμονώδεις αντιδράσεις βγαίνουν εκτός ελέγχου λόγω χρόνιας λοίμωξης στα ούλα, λόγω παχυσαρκίας ή λόγω χρόνιων ιώσεων όπως ο έρπις.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, η χρόνια φλεγμονή μπορεί να αποδειχθεί επιζήμια, καθώς έχει βρεθεί να αυξάνει σημαντικά τον κίνδυνο για καρδιαγγειακά νοσήματα, καρκίνο και αυτοάνοσα νοσήματα.
Στις ανεπτυγμένες χώρες, περίπου ένας στους τρεις ενήλικες παρουσιάζει αυξημένα επίπεδα της «C-αντιδραστικής πρωτεΐνης (CRP), τα οποία είναι ένδειξη χρόνιας φλεγμονής.
Στη νέα μελέτη, Αμερικανοί ερευνητές θέλησαν να εξετάσουν αν η χρόνια φλεγμονή είναι πρόβλημα και στους πληθυσμούς των αναπτυσσόμενων χωρών, στις οποίες οι άνθρωποι δεν πάσχουν μεν από παχυσαρκία, αλλά είναι περισσότερο εκτεθειμένοι στις λοιμώξεις.
Η ομάδα του Τόμας Μακ Ντέιντ, βιολογικού ανθρωπολόγου στο Πανεπιστήμιο Northwestern του Σικάγο, πέρασε ένα μήνα μετρώντας τα επίπεδα της CRP σε 52 ενήλικες της φυλής των Σουάρ. Οι αναλύσεις έδειξαν ότι τα επίπεδα της πρωτεΐνης μπορεί να αυξάνονταν για λίγες ημέρες, προφανώς ως αποτέλεσμα λοιμώξεων.
Το εντυπωσιακό όμως ήταν ότι κανείς από τους Σουάρ που εξετάστηκαν δεν παρουσίαζε επίπεδα πάνω από 3 milligram ανά λίτρο αίματος, το όριο για τη διάγνωση χρόνιας φλεγμονώδους αντίδρασης.
Τα αποτελέσματα της μελέτης δημοσιεύονται στο Αmerican Journal of Human Biology.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα στο δικτυακό τόπο του Science, ο Δρ Μακ Ντέιντ εκτιμά ότι τα παθογόνα στα οποία εκτίθενται οι Σουάρ βοηθούν στη ρύθμιση του ανοσοποιητικού συστήματος ώστε να μην βγαίνει εκτός ελέγχου. Στους ιθαγενείς του Αμαζονίου «τα επίπεδα της CRP αυξάνονται όταν χρειάζεται, αλλά μετά την υποχώρηση της λοίμωξης η πρωτεΐνη είναι σχεδόν μη ανιχνεύσιμη» λέει ο ερευνητής.
Ανεξάρτητοι ειδικοί που κλήθηκαν να σχολιάσουν τη μελέτη στο Science τείνουν να συμφωνούν με τα συμπεράσματα του Μακ Ντέιντ. Αναφέρονται επίσης σε παλαιότερες μελέτες, οι οποίες έδειχναν ότι τα παιδιά που μεγαλώνουν σε «αποστειρωμένα περιβάλλοντα» και δεν εκτίθενται σε παθογόνα όπως τα παιδιά στις αναπτυσσόμενες χώρες, είναι πιθανότερο να εμφανίσουν αλλεργίες -μια άλλη υπεραντίδραση του ανοσοποιητικού συστήματος.
Newsroom ΔΟΛ