Για πολύ καιρό ήμουν σε στενή επαφή μαζί σου, επειδή ήξερα τη ζωή σου απ’ τις εμπειρίες μου κι επειδή ήθελα να σε βοηθήσω. Διατηρούσα αυτή την επαφή γιατί έβλεπα ότι πραγματικά σε βοηθούσα και ότι εσύ επιθυμούσες τη βοήθειά μου, συχνά με δάκρυα στα μάτια. Σιγά σιγά άρχισα να καταλαβαίνω ότι αποδεχόσουν μεν βοήθεια, μα ήσουν ανίκανος να την υπερασπιστείς. Την υπερασπίστηκα εγώ για σένα και πολέμησα σκληρά για χάρη σου. Μετά ήρθαν οι Ηγέτες σου και κατάστρεψαν το έργο μου. Έμεινες σιωπηλός και τους ακολούθησες. Μετά πάλι, συνέχισα να διατηρώ την επαφή γιατί ήθελα να μάθω πώς μπορούσε κάποιος να σε βοηθήσει, είτε σαν Ηγέτης σου είτε σαν θύμα σου, χωρίς να τον καταστρέψεις. Ο Ανθρωπάκος μέσα μου ήθελε να σε κερδίσω, να σε σώσω, ήθελε να με βλέπεις με το ίδιο δέος που βλέπεις και τα «ανώτερα μαθηματικά» γιατί δεν έχεις την παραμικρή ιδέα για το τι πρόκειται. Όσο πιο λίγα καταλαβαίνεις, τόσο πιο πρόθυμος είσαι να αποδώσεις σεβασμό. Ξέρεις τον Χίτλερ καλύτερα από τον Νίτσε, τον Ναπολέοντα καλύτερα απ’ τον Πεσταλότσι. Ένας βασιλιάς σημαίνει περισσότερα για σένα απ’ τον Ζίγκμουντ Φρόιντ. Ο Ανθρωπάκος μέσα μου ήθελε να σε κερδίσω, όπως σε κερδίζουν τα νταούλια ενός Ηγέτη. Φοβάμαι όταν είναι ο Ανθρωπάκος μέσα μου που με ωθεί να σε «οδηγήσω στην ελευθερία». Μπορεί ν’ ανακαλύψεις τον εαυτό σου σε μένα και τον εαυτό μου σε σένα κι έτσι να φοβηθείς και να σκοτώσεις τον εαυτό σου στο πρόσωπό μου. Γι’ αυτό το λόγο έχω πάψει να είμαι πρόθυμος να πεθάνω για την ελευθερία σου να είσαι σκλάβος του καθένα.
Είμαι βέβαιος ότι δεν μπορείς να καταλάβεις αυτό που είπα: «Ελεύθερος να γίνεσαι σκλάβος του καθένα» δεν είναι απλή υπόθεση.
Για να πάψει κάποιος να είναι σκλάβος ενός μόνο αφέντη και να γίνει σκλάβος του καθένα πρέπει πρώτα πρώτα να εξοντώσει τον έναν αφέντη – καταπιεστή, π.χ. τον Τσάρο. Δεν μπορεί όμως οποιοσδήποτε να διαπράξει την πολιτική αυτή δολοφονία αν δεν έχει υψηλά ιδανικά ελευθερίας και επαναστατικά κίνητρα. Αυτός κατόπιν φτιάχνει ένα επαναστατικό απελευθερωτικό κόμμα κάτω από την ηγεσία ενός πραγματικά μεγάλου ανθρώπου, π.χ. του Χριστού, του Μάρξ, του Λίνκολν, του Λένιν. Ο πραγματικά μεγάλος άντρας παίρνει την ελευθερία σου πολύ στα σοβαρά. Για να τη στερεώσει με πρακτικό τρόπο, περιβάλλει τον εαυτό του με πολλά ανθρωπάκια, βοηθούς κι αγγελιοφόρους, επειδή δεν μπορεί να φέρει σε πέρας το τεράστιο έργο μόνος του. Κι ακόμα, αν δεν είχε γύρω του τα σπουδαία αυτά ανθρωπάκια, εσύ δε θα τον καταλάβαινες και θα τον άφηνες να καταστραφεί. Πλαισιωμένος λοιπόν από ένα πλήθος σπουδαία ανθρωπάκια παίρνει την εξουσία για χάρη σου ή αποκαλύπτει κάποια αλήθεια ή διδάσκει μια καλύτερη νέα θρησκεία. Γράφει ευαγγέλια, φτιάχνει νόμους κλπ. Και υπολογίζει στη βοήθειά σου και στη σοβαρότητά σου. Σε τραβάει έξω απ’ το κοινωνικό σου τέλμα. Για να κρατήσει κοντά του τα αναρίθμητα σπουδαία ανθρωπάκια, για να μη χάσει την εμπιστοσύνη σου, ο πραγματικά σπουδαίος άντρας πρέπει να θυσιάσει κομμάτι – κομμάτι τη σπουδαιότητά του, που κατάφερε να πετύχει μόνο μετά από βαθιά διανοητική μοναξιά, μακριά από σένα και τους καθημερινούς θορύβους σου, αλλά, παρ’ όλα αυτά, σε στενή επαφή με τη ζωή σου. Για να είναι σε θέση να σε οδηγεί είναι υποχρεωμένος να ανεχτεί το γεγονός ότι τον μεταμόρφωσες σ’ απρόσιτο θεό. Δε θα του είχες πια εμπιστοσύνη, αν παρέμενε ο απλός άνθρωπος που ήταν, ένας άνθρωπος που, παραδείγματος χάριν, μπορεί να συζεί με μια γυναίκα ακόμα κι αν δεν έχει πιστοποιητικό γάμου. Με τον τρόπο αυτό, εσύ ο ίδιος δημιουργείς τον καινούργιο σου αφέντη. Αφού προαχθεί στη θέση του καινούργιου αφέντη σου, ο σπουδαίος άνθρωπος χάνει τη σπουδαιότητά του, γιατί αυτή αποτελείτο απ’ την ευθύτητα, την απλότητα, τη γενναιότητά του και την πραγματική επαφή του με τη ζωή. Τα σπουδαία ανθρωπάκια, αναλαμβάνουν υψηλές θέσεις στην οικονομία, στη διπλωματία, στην κυβέρνηση, στις επιστήμες, στις τέχνες κι εσύ παραμένεις εκεί που ήσουν: στο βούρκο. Εξακολουθείς να φοράς κουρέλια για χάρη ενός «Σοσιαλιστικού μέλλοντος» ή ενός «Τρίτου Ράϊχ». Εξακολουθείς να ζεις σε πλίνθινα σπίτια με αχυρένιες στέγες και τοίχους σκεπασμένους με βρωμιά. Είσαι όμως περήφανος για το παλάτι του πολιτισμού σου. Είσαι ικανοποιημένος με την ψευδαίσθηση ότι συμμετέχεις στη διακυβέρνηση – μέχρι τον επόμενο πόλεμο και την πτώση των καινούργιων αφεντικών σου.
Σε μακρινές χώρες, μικροί άνθρωπο μελέτησαν επισταμένως την άκρατη δίψα σου να γίνεσαι σκλάβος του καθένα κι έμαθαν πώς, με λίγη διανοητική προσπάθεια, μπορεί κάποιος να γίνει ένας σπουδαίος Ανθρωπάκος. Τα σπουδαία αυτά ανθρωπάκια προέρχονται απ’ την τάξη σου και όχι από παλάτια και κάστρα. Πεινούσαν και υπέφεραν σαν κι εσένα.
Αυτοί συντομεύουν τη διαδικασία αλλαγής αφεντάδων. Έχουν μάθει ότι εκατό χρόνια σκληρής πνευματικής εργασίας για την ελευθερία σου, προσωπικών θυσιών για την ευτυχία σου, ακόμη και θυσιών ζωής για σένα, είναι πολύ μεγάλο τίμημα για μια νέα υποδούλωσή σου. Ότι κατάφεραν να δημιουργήσουν οι μεγάλοι στοχαστές της ελευθερίας και που γι’ αυτό υπέφεραν εκατό χρόνια, μπορούσε να καταστραφεί σε λιγότερο από πέντε χρόνια. Οι μικροί άνθρωποι, λοιπόν, που προέρχονται απ’ την τάξη σου, συντομεύουν τη διαδικασία: καταστρέφουν πιο ανοιχτά και πιο κτηνώδικα. Κι ακόμη, με τόσα πολλά λόγια σου λένε ότι εσύ, η ζωή σου, η οικογένειά σου και τα παιδιά σου δεν αξίζετε τίποτα, ότι είσαι δουλοπρεπής και ότι μπορούν να σε κάνουν ότι θέλουν. Δε σου υπόσχονται προσωπική ελευθερία. Αλλά εθνική ελευθερία. Δε σου διδάσκουν αυτοπεποίθηση, αλλά σεβασμό προς την πολιτεία, δεν επαγγέλλονται προσωπικό μεγαλείο αλλά εθνικό μεγαλείο. Κι επειδή η «προσωπική ελευθερία» και το «προσωπικό μεγαλείο» δεν είναι τίποτα για σένα, παρά ακαθόριστες έννοιες, ενώ η εθνική ελευθερία και τα συμφέροντα του κράτους κάνουν τα σάλια σου να τρέχουν σαν του σκυλιού που βλέπει ένα κόκαλο, τις ζητωκραυγάζεις δυνατά. Κανείς όμως απ’ αυτούς τους μικρούς ανθρώπους δεν πληρώνει το τίμημα της γνήσιας ελευθερίας, όπως έκαναν ο Τζιορντάνο Μπρούνο, ο Χριστός, ο Καρλ Μαρξ ή ο Λίνκολν. Δε σ’ αγαπούν, σε περιφρονούν, γιατί και συ περιφρονείς τον εαυτό σου, Ανθρωπάκο. Σε ξέρουν καλά, πολύ καλύτερα απ’ ότι ο Ροκφέλερ ή οι συντηρητικοί. Ξέρουν τις χειρότερες αδυναμίες σου τόσο καλά που μόνον εσύ επιτρέπεται να τις ξέρεις. Σε θυσίασαν σ’ ένα σύμβολο κι εσύ τους παίρνεις στους ώμους σου και τους οδηγείς στη δόξα. Εσύ ο ίδιος τους εξυψώνεις και τους υποθάλπεις παρά το γεγονός, ή καλύτερα ένεκα του γεγονότος, ότι πέταξαν τη μάσκα. Πραγματικά, σου τόπαν με πάρα πολλά λόγια: «Είσαι κατώτερο ον χωρίς καμιά υπευθυνότητα και πάντα θα είναι έτσι». Κι εσύ τους ονομάζεις «Σωτήρες», «Νέους απελευθερωτές» και κραυγάζεις «Ζήτω, Ζήτω».
Για το λόγο αυτό σε φοβάμαι, Ανθρωπάκο, σε φοβάμαι θανάσιμα. Γιατί η μοίρα της ανθρωπότητας εξαρτάται από σένα. Σε φοβάμαι γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να αποφεύγεις τόσο πολύ όσο αποφεύγεις τον εαυτό σου. Είσαι άρρωστος, πολύ άρρωστος, Ανθρωπάκο. Δεν είναι δικό σου λάθος. Μα φέρνεις την ευθύνη να απαλλαχτείς απ’ αυτή την αρρώστια σου. Θα είχες από καιρό πετάξει απ’ το σβέρκο σου τους καταπιεστές, αν δεν είχες δείξει ανεκτικότητα στη καταπίεση και αν, συχνά, δεν την είχες υποστηρίξει. Καμιά αστυνομική δύναμη στον κόσμο δε θα ήταν αρκετά ισχυρή να σε καταπιέσει, αν στην καθημερινή σου ζωή διέθετες έστω και έναν
απειροελάχιστο κόκκο αυτοσεβασμού και αν είχες κατανοήσει πολύ καλά ότι χωρίς εσένα η ζωή δε θα συνεχιζόταν ούτε μια ώρα. Σου τα είπε αυτά ο «απελευθερωτής» σου; Όχι. Σε ονόμασε «Προλετάριο του Κόσμου», μα δε σου είπε ότι εσύ και μόνον εσύ είσαι υπεύθυνος για τη ζωή σου (και όχι υπεύθυνος για την «τιμή της πατρίδας»).
Πρέπει να συνειδητοποιήσεις ότι μετέτρεψες τα ανθρωπάκια σε δυνάστες σου και ότι έστειλες στο μαρτύριο τους πραγματικά μεγάλους άντρες, ότι τους σταύρωσες, τους λιθοβόλησες και τους άφησες να πεθάνουν απ’ την πείνα, ότι ποτέ δεν τους σκέφτηκες, ούτε αυτούς, ούτε τους κόπους τους, ότι δεν έχεις την παραμικρή ιδέα σε ποιους χρωστάς οτιδήποτε καλά υπάρχουν στη ζωή σου.
Λες: «Πριν σ’ εμπιστευθώ θέλω να ξέρω την κοσμοθεωρία σου». Όταν όμως ακούσεις την κοσμοθεωρία μου θα τρέξεις στον Εισαγγελέα, ή στην «Επιτροπή εναντίον αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων», η στο FBI, ή στη GPU, ή στον «Κίτρινο Τύπο», ή στην Κού-Κλούξ-Κλάν, ή στους «Ηγέτες των Προλεταρίων όλου του κόσμου», ή, τέλος, απλώς θα τρέξεις.
Δεν είμαι ούτε Κόκκινος, ούτε Μαύρος, ούτε Λευκός, ούτε Κίτρινος.
Δεν είμαι ούτε Χριστιανός, ούτε Εβραίος, ούτε Μωαμεθανός, ούτε Μορμόνος, ούτε Πολυγαμικός, ούτε Ομοφυλόφιλος, ούτε Αναρχικός, ούτε Μπόερ.
Αγκαλιάζω τη σύζυγό μου επειδή την αγαπώ και την επιθυμώ και όχι επειδή συμβαίνει να έχω πιστοποιητικό γάμου ή επειδή είμαι σεξουαλικά πεινασμένος.
Δε δέρνω τα παιδιά, δεν ψαρεύω και δεν κυνηγάω ελάφια και λαγούς. Είμαι όμως καλός σκοπευτής και μ’ αρέσει να χτυπάω κέντρο.
Δεν παίζω μπρίτζ και δε δίνω πάρτι για να διαδώσω τις θεωρίες μου. Αν αυτές είναι σωστές τότε θα διαδοθούν μόνες τους.
Δεν υποβάλλω την εργασία μου σε κανένα υπάλληλο του υπουργείου Υγιεινής, εκτός κι αν εκείνος την κατέχει καλύτερα από μένα. Και καθορίζω εγώ ποιος κατέχει την ουσία και τις επιπλοκές της ανακάλυψής μου.
Τηρώ αυστηρά όλους τους νόμους που είναι λογικοί, μα καταπολεμώ εκείνους που είναι άχρηστοι ή παράλογοι. (Μην τρέχεις στον Εισαγγελέα, Ανθρωπάκο, γιατί και εκείνος το ίδιο θα κάνει, αν είναι έντιμος).
Θέλω τα παιδιά και οι έφηβοι να γεύονται την ευτυχία του σωματικού έρωτα και να την απολαμβάνουν χωρίς κίνδυνο.
Δεν πιστεύω ότι για να είναι κάποιος θρήσκος, με την καλή και γνήσια έννοια της λέξης, πρέπει να καταστρέψει την ερωτική του ζωή και να γίνει ζαρωμένος στην ψυχή και στο σώμα σαν μούμια.
Ξέρω ότι αυτό που ονομάζεις «Θεό» υπάρχει, αλλά όχι όπως τον φαντάζεσαι: υπάρχει σα βασική κοσμική ενέργεια στο σύμπαν, σαν αγάπη στο σώμα σου, σαν τιμιότητα και σαν αίσθηση της φύσης μέσα σου και γύρω σου.
Είμαι βέβαιος ότι δεν μπορείς να καταλάβεις αυτό που είπα: «Ελεύθερος να γίνεσαι σκλάβος του καθένα» δεν είναι απλή υπόθεση.
Για να πάψει κάποιος να είναι σκλάβος ενός μόνο αφέντη και να γίνει σκλάβος του καθένα πρέπει πρώτα πρώτα να εξοντώσει τον έναν αφέντη – καταπιεστή, π.χ. τον Τσάρο. Δεν μπορεί όμως οποιοσδήποτε να διαπράξει την πολιτική αυτή δολοφονία αν δεν έχει υψηλά ιδανικά ελευθερίας και επαναστατικά κίνητρα. Αυτός κατόπιν φτιάχνει ένα επαναστατικό απελευθερωτικό κόμμα κάτω από την ηγεσία ενός πραγματικά μεγάλου ανθρώπου, π.χ. του Χριστού, του Μάρξ, του Λίνκολν, του Λένιν. Ο πραγματικά μεγάλος άντρας παίρνει την ελευθερία σου πολύ στα σοβαρά. Για να τη στερεώσει με πρακτικό τρόπο, περιβάλλει τον εαυτό του με πολλά ανθρωπάκια, βοηθούς κι αγγελιοφόρους, επειδή δεν μπορεί να φέρει σε πέρας το τεράστιο έργο μόνος του. Κι ακόμα, αν δεν είχε γύρω του τα σπουδαία αυτά ανθρωπάκια, εσύ δε θα τον καταλάβαινες και θα τον άφηνες να καταστραφεί. Πλαισιωμένος λοιπόν από ένα πλήθος σπουδαία ανθρωπάκια παίρνει την εξουσία για χάρη σου ή αποκαλύπτει κάποια αλήθεια ή διδάσκει μια καλύτερη νέα θρησκεία. Γράφει ευαγγέλια, φτιάχνει νόμους κλπ. Και υπολογίζει στη βοήθειά σου και στη σοβαρότητά σου. Σε τραβάει έξω απ’ το κοινωνικό σου τέλμα. Για να κρατήσει κοντά του τα αναρίθμητα σπουδαία ανθρωπάκια, για να μη χάσει την εμπιστοσύνη σου, ο πραγματικά σπουδαίος άντρας πρέπει να θυσιάσει κομμάτι – κομμάτι τη σπουδαιότητά του, που κατάφερε να πετύχει μόνο μετά από βαθιά διανοητική μοναξιά, μακριά από σένα και τους καθημερινούς θορύβους σου, αλλά, παρ’ όλα αυτά, σε στενή επαφή με τη ζωή σου. Για να είναι σε θέση να σε οδηγεί είναι υποχρεωμένος να ανεχτεί το γεγονός ότι τον μεταμόρφωσες σ’ απρόσιτο θεό. Δε θα του είχες πια εμπιστοσύνη, αν παρέμενε ο απλός άνθρωπος που ήταν, ένας άνθρωπος που, παραδείγματος χάριν, μπορεί να συζεί με μια γυναίκα ακόμα κι αν δεν έχει πιστοποιητικό γάμου. Με τον τρόπο αυτό, εσύ ο ίδιος δημιουργείς τον καινούργιο σου αφέντη. Αφού προαχθεί στη θέση του καινούργιου αφέντη σου, ο σπουδαίος άνθρωπος χάνει τη σπουδαιότητά του, γιατί αυτή αποτελείτο απ’ την ευθύτητα, την απλότητα, τη γενναιότητά του και την πραγματική επαφή του με τη ζωή. Τα σπουδαία ανθρωπάκια, αναλαμβάνουν υψηλές θέσεις στην οικονομία, στη διπλωματία, στην κυβέρνηση, στις επιστήμες, στις τέχνες κι εσύ παραμένεις εκεί που ήσουν: στο βούρκο. Εξακολουθείς να φοράς κουρέλια για χάρη ενός «Σοσιαλιστικού μέλλοντος» ή ενός «Τρίτου Ράϊχ». Εξακολουθείς να ζεις σε πλίνθινα σπίτια με αχυρένιες στέγες και τοίχους σκεπασμένους με βρωμιά. Είσαι όμως περήφανος για το παλάτι του πολιτισμού σου. Είσαι ικανοποιημένος με την ψευδαίσθηση ότι συμμετέχεις στη διακυβέρνηση – μέχρι τον επόμενο πόλεμο και την πτώση των καινούργιων αφεντικών σου.
Σε μακρινές χώρες, μικροί άνθρωπο μελέτησαν επισταμένως την άκρατη δίψα σου να γίνεσαι σκλάβος του καθένα κι έμαθαν πώς, με λίγη διανοητική προσπάθεια, μπορεί κάποιος να γίνει ένας σπουδαίος Ανθρωπάκος. Τα σπουδαία αυτά ανθρωπάκια προέρχονται απ’ την τάξη σου και όχι από παλάτια και κάστρα. Πεινούσαν και υπέφεραν σαν κι εσένα.
Αυτοί συντομεύουν τη διαδικασία αλλαγής αφεντάδων. Έχουν μάθει ότι εκατό χρόνια σκληρής πνευματικής εργασίας για την ελευθερία σου, προσωπικών θυσιών για την ευτυχία σου, ακόμη και θυσιών ζωής για σένα, είναι πολύ μεγάλο τίμημα για μια νέα υποδούλωσή σου. Ότι κατάφεραν να δημιουργήσουν οι μεγάλοι στοχαστές της ελευθερίας και που γι’ αυτό υπέφεραν εκατό χρόνια, μπορούσε να καταστραφεί σε λιγότερο από πέντε χρόνια. Οι μικροί άνθρωποι, λοιπόν, που προέρχονται απ’ την τάξη σου, συντομεύουν τη διαδικασία: καταστρέφουν πιο ανοιχτά και πιο κτηνώδικα. Κι ακόμη, με τόσα πολλά λόγια σου λένε ότι εσύ, η ζωή σου, η οικογένειά σου και τα παιδιά σου δεν αξίζετε τίποτα, ότι είσαι δουλοπρεπής και ότι μπορούν να σε κάνουν ότι θέλουν. Δε σου υπόσχονται προσωπική ελευθερία. Αλλά εθνική ελευθερία. Δε σου διδάσκουν αυτοπεποίθηση, αλλά σεβασμό προς την πολιτεία, δεν επαγγέλλονται προσωπικό μεγαλείο αλλά εθνικό μεγαλείο. Κι επειδή η «προσωπική ελευθερία» και το «προσωπικό μεγαλείο» δεν είναι τίποτα για σένα, παρά ακαθόριστες έννοιες, ενώ η εθνική ελευθερία και τα συμφέροντα του κράτους κάνουν τα σάλια σου να τρέχουν σαν του σκυλιού που βλέπει ένα κόκαλο, τις ζητωκραυγάζεις δυνατά. Κανείς όμως απ’ αυτούς τους μικρούς ανθρώπους δεν πληρώνει το τίμημα της γνήσιας ελευθερίας, όπως έκαναν ο Τζιορντάνο Μπρούνο, ο Χριστός, ο Καρλ Μαρξ ή ο Λίνκολν. Δε σ’ αγαπούν, σε περιφρονούν, γιατί και συ περιφρονείς τον εαυτό σου, Ανθρωπάκο. Σε ξέρουν καλά, πολύ καλύτερα απ’ ότι ο Ροκφέλερ ή οι συντηρητικοί. Ξέρουν τις χειρότερες αδυναμίες σου τόσο καλά που μόνον εσύ επιτρέπεται να τις ξέρεις. Σε θυσίασαν σ’ ένα σύμβολο κι εσύ τους παίρνεις στους ώμους σου και τους οδηγείς στη δόξα. Εσύ ο ίδιος τους εξυψώνεις και τους υποθάλπεις παρά το γεγονός, ή καλύτερα ένεκα του γεγονότος, ότι πέταξαν τη μάσκα. Πραγματικά, σου τόπαν με πάρα πολλά λόγια: «Είσαι κατώτερο ον χωρίς καμιά υπευθυνότητα και πάντα θα είναι έτσι». Κι εσύ τους ονομάζεις «Σωτήρες», «Νέους απελευθερωτές» και κραυγάζεις «Ζήτω, Ζήτω».
Για το λόγο αυτό σε φοβάμαι, Ανθρωπάκο, σε φοβάμαι θανάσιμα. Γιατί η μοίρα της ανθρωπότητας εξαρτάται από σένα. Σε φοβάμαι γιατί δεν υπάρχει τίποτα που να αποφεύγεις τόσο πολύ όσο αποφεύγεις τον εαυτό σου. Είσαι άρρωστος, πολύ άρρωστος, Ανθρωπάκο. Δεν είναι δικό σου λάθος. Μα φέρνεις την ευθύνη να απαλλαχτείς απ’ αυτή την αρρώστια σου. Θα είχες από καιρό πετάξει απ’ το σβέρκο σου τους καταπιεστές, αν δεν είχες δείξει ανεκτικότητα στη καταπίεση και αν, συχνά, δεν την είχες υποστηρίξει. Καμιά αστυνομική δύναμη στον κόσμο δε θα ήταν αρκετά ισχυρή να σε καταπιέσει, αν στην καθημερινή σου ζωή διέθετες έστω και έναν
απειροελάχιστο κόκκο αυτοσεβασμού και αν είχες κατανοήσει πολύ καλά ότι χωρίς εσένα η ζωή δε θα συνεχιζόταν ούτε μια ώρα. Σου τα είπε αυτά ο «απελευθερωτής» σου; Όχι. Σε ονόμασε «Προλετάριο του Κόσμου», μα δε σου είπε ότι εσύ και μόνον εσύ είσαι υπεύθυνος για τη ζωή σου (και όχι υπεύθυνος για την «τιμή της πατρίδας»).
Πρέπει να συνειδητοποιήσεις ότι μετέτρεψες τα ανθρωπάκια σε δυνάστες σου και ότι έστειλες στο μαρτύριο τους πραγματικά μεγάλους άντρες, ότι τους σταύρωσες, τους λιθοβόλησες και τους άφησες να πεθάνουν απ’ την πείνα, ότι ποτέ δεν τους σκέφτηκες, ούτε αυτούς, ούτε τους κόπους τους, ότι δεν έχεις την παραμικρή ιδέα σε ποιους χρωστάς οτιδήποτε καλά υπάρχουν στη ζωή σου.
Λες: «Πριν σ’ εμπιστευθώ θέλω να ξέρω την κοσμοθεωρία σου». Όταν όμως ακούσεις την κοσμοθεωρία μου θα τρέξεις στον Εισαγγελέα, ή στην «Επιτροπή εναντίον αντι-Αμερικανικών Δραστηριοτήτων», η στο FBI, ή στη GPU, ή στον «Κίτρινο Τύπο», ή στην Κού-Κλούξ-Κλάν, ή στους «Ηγέτες των Προλεταρίων όλου του κόσμου», ή, τέλος, απλώς θα τρέξεις.
Δεν είμαι ούτε Κόκκινος, ούτε Μαύρος, ούτε Λευκός, ούτε Κίτρινος.
Δεν είμαι ούτε Χριστιανός, ούτε Εβραίος, ούτε Μωαμεθανός, ούτε Μορμόνος, ούτε Πολυγαμικός, ούτε Ομοφυλόφιλος, ούτε Αναρχικός, ούτε Μπόερ.
Αγκαλιάζω τη σύζυγό μου επειδή την αγαπώ και την επιθυμώ και όχι επειδή συμβαίνει να έχω πιστοποιητικό γάμου ή επειδή είμαι σεξουαλικά πεινασμένος.
Δε δέρνω τα παιδιά, δεν ψαρεύω και δεν κυνηγάω ελάφια και λαγούς. Είμαι όμως καλός σκοπευτής και μ’ αρέσει να χτυπάω κέντρο.
Δεν παίζω μπρίτζ και δε δίνω πάρτι για να διαδώσω τις θεωρίες μου. Αν αυτές είναι σωστές τότε θα διαδοθούν μόνες τους.
Δεν υποβάλλω την εργασία μου σε κανένα υπάλληλο του υπουργείου Υγιεινής, εκτός κι αν εκείνος την κατέχει καλύτερα από μένα. Και καθορίζω εγώ ποιος κατέχει την ουσία και τις επιπλοκές της ανακάλυψής μου.
Τηρώ αυστηρά όλους τους νόμους που είναι λογικοί, μα καταπολεμώ εκείνους που είναι άχρηστοι ή παράλογοι. (Μην τρέχεις στον Εισαγγελέα, Ανθρωπάκο, γιατί και εκείνος το ίδιο θα κάνει, αν είναι έντιμος).
Θέλω τα παιδιά και οι έφηβοι να γεύονται την ευτυχία του σωματικού έρωτα και να την απολαμβάνουν χωρίς κίνδυνο.
Δεν πιστεύω ότι για να είναι κάποιος θρήσκος, με την καλή και γνήσια έννοια της λέξης, πρέπει να καταστρέψει την ερωτική του ζωή και να γίνει ζαρωμένος στην ψυχή και στο σώμα σαν μούμια.
Ξέρω ότι αυτό που ονομάζεις «Θεό» υπάρχει, αλλά όχι όπως τον φαντάζεσαι: υπάρχει σα βασική κοσμική ενέργεια στο σύμπαν, σαν αγάπη στο σώμα σου, σαν τιμιότητα και σαν αίσθηση της φύσης μέσα σου και γύρω σου.
Βίλχελμ Ράϊχ: "Άκου Ανθρωπάκο"