Ίσως το μεγαλύτερο πρόβλημα γι’ αυτόν που ασκείται στον
εσωτερισμό είναι ότι δεν μπορεί να παρατηρήσει άμεσα την ίδια του την πρόοδο.
Δεν γνωρίζει που βρίσκεται. Ακριβώς όπως ένα παιδί δεν παρατηρεί ότι
αναπτύσσεται και γίνεται ενήλικας, έτσι κι ένας άνθρωπος δεν παρατηρεί, ή μόνο
σπάνια το κατορθώνει, πως η συνείδησή του διευρύνεται, ανυψώνεται, και αυτός
αποκτά μεγαλύτερη επίγνωση. Ακριβώς, όπως κάποιος, που μπαίνει σ’ ένα ασανσέρ
στο ισόγειο, κλείνει τον εαυτό του μέσα κι ανεβαίνει, δεν προσέχει το ύψος στο
οποίο έχει φτάσει, αφού βρίσκεται πάντα “εκεί”, με τον εαυτό του, στο μικρό
θάλαμο και μπορεί μόνο να υπολογίσει το ύψος όταν βγει έξω στην κορυφή και
κοιτάξει κάτω, έτσι κι αυτός που ασκείται στον εσωτερισμό, δεν παρατηρεί πως η
συνειδητότητά του διευρύνεται συνεχώς και πως έχει αφήσει ήδη πίσω του πολλά
σκαλοπάτια στη μεγάλη σκάλα του Ιακώβ. Μόνο εάν κάποια στιγμή γυρίσει και
κοιτάξει προς τα πίσω και συγκρίνει το παρελθόν με την παρούσα του θέση, θα
αντιληφθεί το σκοτάδι και την άγνοια στην οποία ζούσε και από την οποία
αναδύθηκε.
Ας μην είμαστε ανυπόμονοι γιατί η κάθε στιγμή είναι πολύτιμη
και μας προσφέρει μια νέα ενδιαφέρουσα εμπειρία, όσο κι αν αυτή μας φαίνεται
αδιάφορη κι ανιαρή κατά την περίοδο της πραγμάτωσης. Όλα, κάθε εμπειρία, όσο
μικρή κι αν είναι, μας βοηθά στο μονοπάτι. Οι άνθρωποι που έχουν διασχίσει το
μακρύ μονοπάτι πριν από μας και έχοντας φτάσει στο σκοπό προσπαθούν να μας
βοηθήσουν, περιγράφουν τους σταθμούς προόδου σε μας και τις πινακίδες με τις χιλιομετρικές
αποστάσεις που πρέπει να αφήσουμε πίσω μας. Ακριβώς όπως μέσα στο ασανσέρ
μπορούμε να έχουμε μια ένδειξη για τον όροφο στον οποίο βρισκόμαστε από τον
αριθμό που εμφανίζεται στο φωτεινό καντράν, με την καθοδήγηση αυτών που
προπορεύονται μπορούμε να έχουμε μια επιβεβαίωση για τα σκαλοπάτια που έχουμε
ήδη καλύψει. Έτσι αποκτούμε το θάρρος
και την αυτοπεποίθηση να συνεχίσουμε το δύσβατο ανηφόρι ώστε όταν κάποτε
σταθερά πατήσουμε την κορυφή του βουνού να τείνουμε με την σειρά μας μια χείρα
βοηθείας σ’ αυτούς που προσπαθούν να ανέλθουν μετά από μας.
Μια εσπευσμένη εξέλιξη ενέχει πάντα ορισμένους κινδύνους
διότι παραβιάζεται ο νόμος της φύσης. Μπορούμε όμως να αποφύγουμε αυτούς τους
κινδύνους, εάν τους γνωρίζουμε, και οπλίσουμε τον εαυτό μας ενάντια σ’ αυτούς
από την αρχή. Ο άνθρωπος μπορεί να ανέβει και τους πιο απότομους βράχους
προκειμένου να φτάσει στην κορυφή του βουνού, εφ’ όσον διαθέτει τον κατάλληλο
εξοπλισμό και γνωρίζει τι ακριβώς πρέπει να προσέξει. Πολλοί άνθρωποι κατακτούν
το βουνό μαζί με έναν έμπειρο οδηγό και άλλοι πάλι, όπως οι πρώτοι κατακτητές,
φτάνουν στην κορυφή χωρίς οδηγό. Αλήθεια, έχει καμία σημασία ο τρόπος εφόσον
ξεπεράσουν τους κινδύνους και καταφέρουν να φτάσουν στον στόχο; Και οι δύο
βρίσκονται πλέον στην κορυφή!
Το καλύτερο και πιο ασφαλές όπλο νομίζω, ενάντια σε κάθε
κίνδυνο, είναι να μη χάνει κανείς ποτέ τη συνειδητότητά του. Δηλαδή η
συνειδητότητα θα πρέπει πάντα να ταυτίζεται με τον εαυτό, εδώ και τώρα, και δεν
θα πρέπει να μας ξεφεύγει και να ταυτίζεται με εξωτερικά πράγματα. Οφείλουμε
συνεχώς να εξετάζουμε το κάθε μας αίσθημα και σκέψη και να εμβαθύνουμε στο
καθένα με το φως της συνειδητότητάς μας. Οφείλουμε, αν θέλουμε να κόψουμε
δρόμο, να προσέχουμε ακόμη και την παραμικρή αναταραχή της ψυχής μας, του νου
μας, και αμέσως να εξετάζουμε την πηγή και το ασυνείδητο κίνητρο. Οφείλουμε να
κρατιόμαστε συνεχώς απ’ την συνειδητότητά μας, να μην την αφήνουμε να μας
ξεφεύγει, που σημαίνει να είμαστε πάντα σε εγρήγορση, πάντα ΕΔΩ, πάντα στο
ΤΩΡΑ! Τότε δε θα γίνουμε ποτέ ανυπόμονοι και δε θα ρωτήσουμε “πόσο ακόμη για
την λύτρωση;”. Μόνο το άτομο που ζει μέσα στο χρόνο, μέσα στο πεπερασμένο,
ανυπομονεί. Το Πνεύμα, έτσι κι αλλιώς, είναι πέρα απ’ το χρόνο όπως ακριβώς και
το χάρισμα της υπομονής είναι μια άχρονη κατάσταση. Επομένως, εάν ειλικρινής
σκοπός μας είναι να αφυπνιστούμε πνευματικά και να πετύχουμε πνευματική
συνείδηση, θα πρέπει, πάνω απ’ όλα, να εναρμονίσουμε το νου μας με το άχρονο
στοιχείο της ύπαρξής μας.