Ο θερισμός σιμώνει, κι έχει δουλειά πολλή...
Έχουμε δικαίωμα στο χώμα που πατάμε, στο χώμα που μας θρέφει
στο χώμα αυτό που θα μας αγκαλιάσει στην αιωνιότητα. Όλοι εμείς που αυτό το
χώμα το τιμούμε, που σε αυτό το χώμα βλέπουμε το αίμα το προγονικό και από αυτό
το χώμα μυρίζουμε τους ανθούς της ζωής, έχουμε δικαίωμα να παλέψουμε και να
δώσουμε τον νυν υπέρ πάντων αγώνα. Γιατί, αυτό το χώμα θα είναι μετά από εμάς,
θα είναι μετά και από τα παιδιά μας. Αυτό το δικαίωμα δεν μπορεί να μας το
στερήσει κανείς.
Όλοι εσείς, οι άλλοι, που τούτο το χώμα το μολύνετε με κάθε
τρόπο που μπορείτε, που τούτο εδώ το χώμα το ατιμάζετε επειδή δεν είστε άξιοι
ούτε καν να το θωρείτε, να ξέρετε πως θα μας έχετε απέναντί σας και με εμάς που
ακόμη νιώθουμε την λογική μας, που ακόμη τιμάμε τα ιερά και τα όσιά μας, που
ακόμη η καρδιά μας ακούει τις φωνές τις προγονικές, με εμάς θα παλέψετε για να
μπορέσετε να κλέψετε αυτά που δεν σας ανήκουν.
Κι εσείς οι υπόλοιποι, που βρεθήκατε απαίδευτοι και γείρατε
από το βάρος του καιρού, εσείς που δεν μπορείτε να σταθείτε εκεί που το αίμα
σας προστάζει, μην σκιάζεστε. Ο τρόμος που έχουνε σχεδιασμένο για να ζήσουμε,
δεν τελειώνει εδώ... Ετούτοι που είδαν την ευκαιρία για να σας κλέψουν την ζωή,
δεν πρόκειται να σταματήσουν μέχρι να το πετύχουν.
Προκάμετε, λοιπόν, πατριώτες…
Προκάμετε επειδή είναι βαρύ το τίμημα της λευτεριάς. Της λευτεριάς που κερδίζεται και που δεν χαρίζεται.
Εάν σταθείτε τώρα, εάν κουράστηκε η ψυχή σας, ένα να ξέρετε, θα σας λιανίσουν επειδή άλλο δεν ξέρουν να κάνουν οι γενίτσαροι ετούτοι. Θα σας λιανίσουν επειδή τρέμουν μην και σηκώσετε το κεφάλι, μην και βρείτε τα κουράγια εκείνα που το αίμα έχει κρυμμένα στις αποθήκες της καρδιάς και της ψυχής σας. Θα σας λιανίσουν για να μην τους λιανίσετε εσείς...
Προκάμετε, λοιπόν, πατριώτες…
Προκάμετε επειδή είναι βαρύ το τίμημα της λευτεριάς. Της λευτεριάς που κερδίζεται και που δεν χαρίζεται.
Εάν σταθείτε τώρα, εάν κουράστηκε η ψυχή σας, ένα να ξέρετε, θα σας λιανίσουν επειδή άλλο δεν ξέρουν να κάνουν οι γενίτσαροι ετούτοι. Θα σας λιανίσουν επειδή τρέμουν μην και σηκώσετε το κεφάλι, μην και βρείτε τα κουράγια εκείνα που το αίμα έχει κρυμμένα στις αποθήκες της καρδιάς και της ψυχής σας. Θα σας λιανίσουν για να μην τους λιανίσετε εσείς...
Τι κι αν οι δρόμοι σήμερα είν’ αδειανοί…! Τι κι αν τα
κεφάλια των περσότερων είναι σκυμμένα και το μυαλό πετάει σε όσα χαθήκαν…!
Κάντε λοιπόν ένα βήμα, να σηκωθούν τα κεφάλια, να γεμίσουν οι δρόμοι με φωνές και με τα χέρια μας να πάρουμε πίσω το βιός μας…
Ένα βήμα, μία καλή αρχή, ετούτο μας χρειάζεται για να σηκωθούμε και να πάμε ψηλά, στα ψηλότερα, μακριά από ετούτα τα σκοτάδια που τα σκυλιά θέλουν να μας κλείσουν.
Κάντε λοιπόν ένα βήμα, να σηκωθούν τα κεφάλια, να γεμίσουν οι δρόμοι με φωνές και με τα χέρια μας να πάρουμε πίσω το βιός μας…
Ένα βήμα, μία καλή αρχή, ετούτο μας χρειάζεται για να σηκωθούμε και να πάμε ψηλά, στα ψηλότερα, μακριά από ετούτα τα σκοτάδια που τα σκυλιά θέλουν να μας κλείσουν.
Κοίτα με στα μάτια πατριώτη και πες μου… τι μας χωρίζει; Να
σου πω εγώ; Τίποτες πέρα από αυτούς που βάζουν ζιζάνια για να μας έχουν χώρια.
Γιατί, μας φοβούνται σαν είμαστε μαζί. Μας τρέμουν, όπως τρέμει ο κλέφτης τον
νοικοκύρη, όπως τρέμει ο εγκληματίας τον σοφό δικαστή, όπως τρέμουν οι διαόλοι
το φως…
Αδερφέ, σύντροφε, πατριώτη, πες με όπως εσύ θες. Μα ένα να
ξέρεις... Αν σήμερα δεν μονοιάσουμε, αν σήμερα δεν βρούμε τα κουράγια να
πιαστούμε από το χέρι, αν ετούτο τον βαρύ καιρό δεν παλέψουμε, ένα να ξέρεις…
Αύριο δεν θα έχει μείνει τίποτε για να παλέψουμε να το πάρουμε. Θα μας τα έχουν
πάρει όλα.
Και δεν είναι μόνο η γης, το σπίτι και το βιός σου…
Δεν είναι που θα σου πάρουν το χαμόγελο από τη γυναίκα και τα παιδιά σου…
Θα σου κλέψουν την περηφάνια...
Θα σου βρωμίσουν τα ιερά σου...
Θα σου ποδοπατήσουν την τιμή σου.
Και τότε, όλοι μας, σαν έρθει η ώρα μας, θα πεθάνουμε ντροπιασμένοι… από ένα τσούρμο λεχρίτες.
Δεν είναι που θα σου πάρουν το χαμόγελο από τη γυναίκα και τα παιδιά σου…
Θα σου κλέψουν την περηφάνια...
Θα σου βρωμίσουν τα ιερά σου...
Θα σου ποδοπατήσουν την τιμή σου.
Και τότε, όλοι μας, σαν έρθει η ώρα μας, θα πεθάνουμε ντροπιασμένοι… από ένα τσούρμο λεχρίτες.
Εγώ σου τά ‘πα και σου απλώνω το χέρι.
Έλα, έχουμε δρόμο μπροστά μας. Κι έχουμε πολλά να κάνουμε.
Οι μυρωδιές της γης σε λίγο θα αρχίσουν να ξεπηδούν και να
καλούν όσους λατρεύουν την ζωή.
Έλα σου λέω… κι ο θερισμός σιμώνει…
Έλα κι οι τυχεροί θα ασπαστούν με τους αγγέλους στ’ άστρα…
Ετούτες τις ώρες τα μάτια βουρκώνουν
Ετούτες τις ώρες θεριεύει η ψυχή
Ετούτες τις ώρες παιδιά αντριεύουν
και πίνουν της λευτεριάς τους το αθάνατο κρασί
Αγνώστου Έλληνα
Αγνώστου Έλληνα
ΥΓ: Το κείμενο αυτό πρωτογράφτηκε στις αρχές του 2012, μα
σήμερα οι μέρες έχουν γιομίσει, τα μάτια έχουν αρχίσει να βλέπουν, ο σκοτεινός
εχθρός ξεσκεπάζεται επειδή βιάζεται να μας ξεκάνει. Ετούτες τις ημέρες βλέπουμε
όλοι μας πως ο στόχος τους δεν είναι το χρήμα, αφού το είχανε από πάντα. Ο
στόχος τους είναι ένας λαός, που ποτέ δεν τους ανέχθηκε, ένας λαός που πάντοτε
βρήκε τα κουράγια και τις δυνάμεις εκείνες για να σηκώσει το κεφάλι του και να
βροντοφωνάξει το δίκιο, να παλέψει για τα αυτονόητα, ακόμη και να πεθάνει
κραυγάζοντας "όχι". Τώρα, λοιπόν, που οι εισβολείς έγιναν γνωστοί,
τώρα που φεύγει η ομίχλη, τώρα που ετοιμάζονται οι δειλοί για το ολοκληρωτικό
τους χτύπημα, εμείς πρέπει να ξεφύγουμε από τον φυσιολογικό ανθρώπινο φόβο,
πρέπει να υποτάξουμε την λογική που μας βάλανε οι επιτήδειοι, πρέπει να κάνουμε
το δικό μας άλμα και να γράψουμε την ιστορία ξεγράφοντας τα αποβράσματά της,
αποτινάσσοντας τις αλυσίδες που πασχίζουν να μας φορέσουν... Ετούτοι βάζουνε
σαν όπλο τους τον μαμωνά, τον ίδιο τον διάολο για να μας πολεμήσουν. Εμείς
βάνουμε την πίστη μας και τον Θεό μας που από πάντα μας στάθηκε όποτε του το
ζητήσαμε. Ο θερισμός σιμώνει, λοιπόν... Και θέλει πολλή δουλειά μετά τη νίκη. Ετούτη
η πατρίδα έθρεψε και ανέχτηκε πολλά σκουπίδια, σκιές και υπηρέτες των
δαιμόνων... Για ετούτη την πατρίδα ξανάρθε η στιγμή να δοξάσει και να δοξαστεί.
Γι αυτόν τον λαό υπάρχει ο μονόδρομος της αξιοπρέπειας και της λευτεριάς, που
χαράχτηκε ανεξίτηλα σε χώματα, σε πέτρες και σε μάρμαρα από νέους και νέες που
δεν ήξεραν για τι άλλο να ζήσουν, πέρα από την λευτεριά... Άντε, το λοιπόν,
αδέρφια. Ας ετοιμαζόμαστε να γιορτάσουμε και να τιμήσουμε την πατρίδα, τους
προγόνους και τους Αγίους, χορεύοντας με τους αγγέλους και κάνοντας για μία
ακόμη φορά τον χάρο να μας σεβαστεί... Άντε το λοιπόν αδέρφια. Γιατί αν δεν
διώξουμε σύντομα ετούτο το σκοτάδι, δεν θα φύγει ποτέ για να δώσει την θέση του
στο φως...
2 σχόλια:
9.
Με τα ρούχα αιματωμένα
Ξέρω ότι έβγαινες κρυφά
Να γυρεύης εις τα ξένα
Aλλα χέρια δυνατά.
10.
Μοναχή το δρόμο επήρες,
Εξανάλθες μοναχή
Δεν είν’ εύκολες οι θύρες,
Εάν η χρεία τες κουρταλή.
11.
Άλλος σου έκλαψε εις τα στήθια,
Αλλ’ ανάσασιν καμιά
Aλλος σου έταξε βοήθεια
Και σε γέλασε φρικτά.
12.
Άλλοι, οϊμέ! στη συμφορά σου
Οπού εχαίροντο πολύ,
Σύρε νάβρης τα παιδιά σου,
Σύρε ελέγαν οι σκληροί.
13.
Φεύγει οπίσω το ποδάρι
Και ολοκλήγορο πατεί
Ή την πέτρα ή το χορτάρι
Που τη δόξα σου ενθυμεί.
14.
Ταπεινότατη σου γέρνει
Η τρισάθλια κεφαλή,
Σαν πτωχού που θυροδέρνει
Κι’ είναι βάρος του η ζωή.
15.
Ναι αλλά τώρα αντιπαλεύει
Κάθε τέκνο σου με ορμή,
Που ακατάπαυστα γυρεύει
Ή τη νίκη ή τη θανή.
16.
Απ’ τα κόκαλα βγαλμένη
Των Ελλήνων τα ιερά,
Και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
Χαίρε, ω χαίρε, Ελευθεριά!
17.
Μόλις είδε την ορμή σου
Ο ουρανός, που για τς εχθρούς
Εις τη γη τη μητρική σου
Έτρεφ’ άνθια και καρπούς.
18.
Εγαλήνευσε και εχύθη
Καταχθόνια μία βοή,
Και του Ρήγα σου απεκρίθη
Πολεμόκραχτη η φωνή.
19.
Όλοι οι τόποι σου σ’εκράξαν
Χαιρετώντας σε θερμά,
Και τα στόματα εφωνάξαν
Όσα αισθάνετο η καρδιά.
28.
Άλλο εσύ δεν συλλογιέσαι
Πάρεξ που θα πρωτοπάς
Δεν μιλείς και δεν κουνιέσαι
Στες βρισιές οπού αγρικάς.
29.
Σαν τον βράχον οπού αφήνει
Κάθε ακάθαρτο νερό
Εις τα πόδια του να χύνη
Ευκολόσβηστον αφρό.
30.
Οπού αφήνει ανεμοζάλη
Και χαλάζι και βροχή
Να του δέρνουν τη μεγάλη,
Την αιώνιαν κορυφή.
31.
Δυστυχιά του, ω δυστυχιά του,
Οποιανού θέλει βρεθεί
Στο μαχαίρι σου αποκάτου
Και σ’ εκείνο αντισταθεί.
32.
Το θηρίο π’ ανανογιέται,
Πως του λείπουν τα μικρά,
Περιορίζεται, πετιέται,
Αίμα ανθρώπινο διψά.
33.
Τρέχει, τρέχει όλα τα δάση,
Τα λαγκάδια, τα βουνά,
Κι όπου φθάση, όπου περάση,
Φρίκη, θάνατος, ερμιά.
34.
Ερμιά, θάνατος και φρίκη
Όπου επέρασες κι εσύ
Ξίφος έξω από τη θήκη
Πλέον ανδρείαν σου προξενεί.
Δημοσίευση σχολίου